Επιστήμονες εντόπισαν μια νέα κατηγορία αντισωμάτων στο ανθρώπινο αίμα που εξουδετερώνει διάφορα στελέχη του ιού της γρίπης και θα μπορούσε να αποτελέσει κλειδί για την ανάπτυξη εμβολίων που θα προστατεύουν τους ανθρώπους από πολλαπλά στελέχη της γρίπης.
Υπάρχουν τέσσερις τύποι ιών γρίπης, γνωστοί ως Α, Β, C και D. Η γρίπη Α και η γρίπη Β είναι τα στελέχη που προκαλούν εποχικές επιδημίες. Η γρίπη Α κυκλοφορεί σε πολλούς υπότυπους, οι διαφορές των οποίων έγκεινται σε δύο πρωτεΐνες που χρησιμοποιεί ο ιός για να μολύνει τα ανθρώπινα κύτταρα: την αιμαγλουτινίνη και τη νευραμινιδάση. Για παράδειγμα, ο H1N1 και ο H3N2 είναι υπότυποι της γρίπης Α που μολύνουν τακτικά τους ανθρώπους.
Μέσα σε κάθε υποτύπο υπάρχουν διαφορετικά στελέχη του ιού που τροποποιούν συνεχώς τον γενετικό τους κώδικα. Η παρασκευή αποτελεσματικών εμβολίων κατά της γρίπης βασίζεται στην αξιοποίηση της προστατευτικής δύναμης των αντισωμάτων – πρωτεϊνών του ανοσοποιητικού συστήματος που επιτίθενται στα παθογόνα που εισβάλλουν. Τα εμβόλια κατά της γρίπης προετοιμάζουν το ανοσοποιητικό σύστημα ώστε να παράγει συγκεκριμένα αντισώματα που προσκολλώνται στον ιό της γρίπης και τον εμποδίζουν να μολύνει τα κύτταρα αφού εισβάλει στον οργανισμό. Ωστόσο, τα αντιγριπικά εμβόλια πρέπει να επικαιροποιούνται κάθε χρόνο καθώς έχουν σχεδιαστεί για να στοχεύουν συγκεκριμένα στελέχη του ιού.
Στην περίπτωση της γρίπης τύπου Α τα συμβατικά εμβόλια συνήθως ωθούν το ανοσοποιητικό σύστημα να παράγει αντισώματα κατά της πρωτεΐνης Η που βρίσκεται στην επιφάνεια του ιού. Στο παρελθόν έχουν ανακαλυφθεί αντισώματα που στοχεύουν ταυτόχρονα σε δύο κύριους τύπους αιμαγλουτινίνης, που ονομάζονται H1 και H3. Ωστόσο, μπορούν να το κάνουν αυτό μόνο εάν υπάρχει μια συγκεκριμένη μετάλλαξη στην Η1, δηλαδή η εισαγωγή ενός αμινοξέος στο εξωτερικό άκρο της πρωτεΐνης που συνδέεται με έναν υποδοχέα στο εξωτερικό των κυττάρων μας. Αυτό κατά συνέπεια περιορίζει την αποτελεσματικότητα των αντισωμάτων έναντι των διαφόρων στελεχών του ιού της γρίπης.
Οι συγγραφείς της μελέτης εντόπισαν αντισώματα που υπάρχουν σε αφθονία στο ανθρώπινο αίμα και μπορούν να προσδεθούν σε ορισμένα στελέχη H1 και H3 της γρίπης τύπου Α, ανεξάρτητα από το αν υπάρχει ή όχι αυτή η μετάλλαξη της αιμοσυγκολλητίνης. Αυτό σημαίνει ότι θεωρητικά θα μπορούσαν να παρέχουν ευρεία προστασία και από τους δύο υποτύπους του ιού, ενδεχομένως ακόμη και όταν τα κυκλοφορούντα στελέχη μεταλλάσσονται με την πάροδο του χρόνου.
Οι συγγραφείς θέλησαν να δουν αν αυτά τα αντισώματα στοχεύουν στελέχη των H1 και H3 που έχουν κυκλοφορήσει στο παρελθόν. Διαπίστωσαν ότι τα αντισώματα αντέδρασαν με στελέχη Η3 από τα τέλη της δεκαετίας του 1980 έως τα τέλη της δεκαετίας του 1990 και στελέχη Η1 από τις αρχές της δεκαετίας του 2000 έως το 2015. Αυτό υποδηλώνει ότι οι ασθενείς αρχικά παρήγαγαν τα αντισώματα ως απάντηση στα στελέχη Η3 του ιού.
Τα ευρήματα της μελέτης δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό «PLOS Biology».
ΠΗΓΗ: Live Science