«Χωρίς ίχνος αυτοκριτικής για τις πολιτικές ευθύνες που βαραίνουν τον ίδιο, κατά την περίοδο 2009-2011 όταν ήταν υπουργός Μεταφορών και Υποδομών, εμφανίστηκε στην Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής που διερευνά τα αίτια του δυστυχήματος των Τεμπών, ο Δημήτρης Ρέππας», επισημαίνουν κύκλοι της πλειοψηφίας των μελών της Επιτροπής.
Οι ίδιοι κύκλοι προσθέτουν σχετικά: «Ο πρώην υπουργός του ΠΑΣΟΚ, με ευκολία κατηγόρησε την παρούσα κυβέρνηση για καθυστέρηση στην αποκατάσταση του κέντρου τηλεδιοίκησης στη Λάρισα “ξέχασε” όμως ότι ο ίδιος ως πολιτικός προϊστάμενος του ΟΣΕ δεν προχώρησε κανένα έργο για την προώθηση του συστήματος αυτού, ούτε “θυμήθηκε” ότι η παρούσα κυβέρνηση ολοκλήρωσε τη σύμβαση 717, η υλοποίηση της οποίας εκκρεμούσε σχεδόν για μια δεκαετία».
Ενώ σημειώνουν, ακόμη:
«Με προκλητικό τρόπο, ο κ. Ρέππας υπερασπίστηκε με πάθος τη θητεία του και την κυβέρνηση του Γιώργου Παπανδρέου, αφήνοντας ωστόσο αναπάντητο το ερώτημα γιατί δεν έκανε τίποτα ώστε να προωθήσει τα έργα ύψους 200 εκατομμυρίων ευρώ της περιόδου 1985-2000 τα οποία δεν παραδόθηκαν υποστηρίζοντας πως σε εκείνη την περίπτωση οι επεκτάσεις συμβάσεων ήταν δικαιολογημένες.
Παρά τη στάση άμυνας και επίθεσης του κ. Ρέππα, αποτελεί έμμεση ομολογία και παραδοχή των παραλείψεων η αναφορά του στη σύμβαση 112/2006 GSMR 2, που δεν ολοκληρώθηκε, καθώς ακυρώθηκε από τον τότε Υπουργό λόγω της υπόθεσης siemens όπως και για τη σύμβαση 10004/2007/που έμεινε στον αέρα καθώς δεν υπήρχε η υποδομή.
Ο αρχιτέκτονας την εξαθλίωσης του ΟΣΕ που μείωσε κατά 50% την περίοδο 2010-11 το προσωπικό σιδηροδρόμου τα βρήκε όλα καλώς καμωμένα πάρα το γεγονός πως από 5.151 εργαζόμενους, ο Οργανισμός βρέθηκε με μόλις 2350. Η μείωση του προσωπικού έφερε αλυσιδωτά προβλήματα μεταξύ των οποίων η εγκατάλειψη συντήρησης των ακριβά αγορασμένων συστημάτων ασφαλείας. Είναι ενδεικτικό ότι μόλις έληξε η θητεία του κ. Ρέππα, άρχισε η διαδικασία δημοπράτησης για την ανάταξη και αναβάθμιση των συγκεκριμένων συστημάτων, δηλαδή το αντικείμενο της 717, κάτι που θα ήταν περιττό εφόσον η συντήρηση γινόταν κανονικά.
Παρόλα αυτά ο πρώην υπουργός του ΠΑΣΟΚ, βρήκε «λογική» τη μείωση του προσωπικού εκείνη την περίοδο υποστηρίζοντας πως το σύνολο των εργαζομένων ήταν 5.151 και μετατάχθηκαν 2.800, ενώ υποστήριξε ότι το προσωπικό ασφαλείας ήταν ελαφρώς μειωμένο λόγω περικοπής τμήματος του δικτύου και αναστολής λειτουργίας. Ούτε λόγος, βέβαια, για το γεγονός ότι η αναστολή λειτουργίας γραμμών στην Πελοπόννησο αντιστοιχεί σε μόλις 20% του δικτύου ενώ η μείωση προσωπικού επί των ημερών του άγγιξε το 50%. Αυτή η αναντιστοιχία, δικαίως εγείρει ζητήματα ασφαλείας, που όμως δεν φάνηκε να συγκινούν τον πρώην υπουργό ο οποίος επέλεξε σε όλη τη διάρκεια της μαραθώνιας κατάθεσής του να αποτινάξει κάθε σκια ευθύνης από πάνω του.
Είναι ενδεικτικό ότι σχετικά με την απουσία κάθε αναφοράς στην ασφάλεια των σιδηροδρόμων στη σύμβαση 3891/2010, η μόνη απάντησή του ήταν πως η πρόνοια για την ασφάλεια είναι… αυτονόητη. Μίλησε με μισόλογα, αποκάλυψε πως επί ΣΥΡΙΖΑ καταργήθηκε ο προϊστάμενος ασφαλείας στην ΤΡΑΙΝΟΣΕ και προέταξε τον ανθρώπινο παράγοντα ως υπεύθυνο για τα ατυχήματα προκαλώντας μια ακόμη αντίφαση.
Από την κατάθεσή του προέκυψε πάντως το γεγονός ότι η κυβέρνηση που υπηρέτησε δεν είχε ως προτεραιότητα τον εκσυγχρονισμό του σιδηροδρόμου που αφέθηκε στη μοίρα του: «Ένα κορμό έχουμε- εστιάζουμε αλλού- προτεραιότητα έχει δοθεί στο οδικό δίκτυο, και την ανάπτυξη των αεροπορικών και ακτοπλοϊκών συνδέσεων λόγω του ανάγλυφου της χώρας».
Ως προς το σκέλος των καταγγελιών συνδικαλιστών υπογράμμισε, πως είναι σύνηθες φαινόμενο χωρίς πάντοτε όμως να προκύπτουν ατυχήματα εξηγώντας ότι μπορεί πίσω από αυτές τις επιστολές να κρύβεται η εξυπηρέτηση επιχειρηματικών συμφερόντων».
Πηγή: ertnews.gr