Uncategorized
Ομιλία Μ. Τριανταφύλλου στην Βουλή για την Ημέρα Μνήμης της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου
Στην ειδική συνεδρίαση της Ολομέλειας της Βουλής (19/Μάη/2016) για την Ημέρα Μνήμης της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου τοποθετήθηκε εκπροσωπώντας την κοινοβουλευτική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ, η βουλευτής Αιτωλοακαρνανίας, Μαρία Τριανταφύλλου.
Η κα. Τριανταφύλλου εισαγωγικά στην ομιλία της τόνισε πως για πολλά χρόνια, παρά τα ντοκουμέντα και τις μαρτυρίες, το ζήτημα έμεινε στη λήθη της διεθνούς κοινότητας. Τόνισε πως η αποσιώπηση της γενοκτονίας έχει ηθική και πολιτική σημασία.
«.Ηθικά δεν αποδόθηκε εγκαίρως η οφειλόμενη δικαίωση των θυμάτων αλλά και της ιστορικής μνήμης. Και όταν κανείς αργοπορεί στην ιστορία, αυτή τον εκδικείται. Πολιτικά δεν μπορέσαμε γρήγορα να αντιληφθούμε στο έπακρο τον τρόπο δημιουργίας των εθνών-κρατών στην ευρύτερη περιοχή και ειδικά όσον αφορά τη δημιουργία του σύγχρονου τουρκικού κράτους και να κατανοήσουμε τον ρόλο που αυτό διαδραματίζει ακόμα και σήμερα.»
Αναφέρθηκε, επίσης, γενικότερα στο ρόλο που διαδραμάτισαν οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις της εποχής κάνοντας ιδιαίτερη αναφορά στον γερμανικό παράγοντα.
«..Οι Γερμανοί, εκείνη την εποχή, έχουν τεράστια οικονομικά και στρατιωτικά συμφέροντα στην Τουρκία. Ελπίζουν ότι με μία ισχυρή Τουρκία θα ανταγωνίζονται καλύτερα τους Βρετανούς. Γι’ αυτόν τον λόγο η γερμανική πολιτική εκπονεί ένα πρόγραμμα ακεραιότητας της Τουρκίας η υλοποίηση του οποίου προϋποθέτει την εξόντωση των πληθυσμών εκείνων που ενισχύουν τις φυγόκεντρες τάσεις στο εσωτερικό της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Η Τουρκία γίνεται το πιο σημαντικό πεδίο δράσης του γερμανικού ιμπεριαλισμού. Κινητήρια δύναμη είναι οι γερμανικές τράπεζες οι οποίες έχουν κολοσσιαίες επιχειρήσεις στην Ασία.»
Συνεχίζοντας, για το αίτημα της αναγνώρισης της γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου, θύμισε ότι:
«.Αποτελεί πάγιο αίτημα της εθνικής αντιπροσωπείας καθώς και του ποντιακού ελληνισμού η αναγνώριση διεθνώς της γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου ως τέτοιας. Το αίτημα αυτό δεν τοποθετείται στον δημόσιο λόγο για να συντηρεί μια έχθρα μεταξύ των λαών, αλλά ακριβώς το αντίθετο. Ο λαός που αναγνωρίζει και ξεκαθαρίζει μαύρες στιγμές της ιστορίας του μπορεί να προχωρήσει στο μέλλον απαλλαγμένος από τα βάρη του, σε πνεύμα φιλίας με τους γείτονές του.»
Κλείνοντας την ομιλία της σημείωσε:
«.Η ανθρωπότητα, για να προχωρήσει μπροστά σε ένα καλύτερο μέλλον, οφείλει να αναγνωρίσει τα λάθη της και όχι να τα ξεπερνά. Υπάρχει ο κίνδυνος να παραγραφούν τα αδικήματα πάνω στη λογική ότι «αυτά έχουν οι πόλεμοι, ο ιμπεριαλισμός».
Δεν είναι ακριβώς έτσι. Υπάρχουν συγκεκριμένες ευθύνες, συγκεκριμένη ιστορία, με συγκεκριμένα ονόματα, που δεν μπορεί να παραγραφεί και χρειάζεται δικαίωση, για να μην επαναλαμβάνονται διαρκώς οι ίδιες πολιτικές.
Χρειάζεται ένα δημοκρατικό και πατριωτικό προσκλητήριο. Και η Ελλάδα μπορεί και πρέπει να παίξει έναν διαφορετικό ρόλο στην ευρύτερη περιοχή. Μια Ελλάδα της δημοκρατίας, της ειρήνης και του πολιτισμού μπορεί να αναχθεί σε ηγεμονεύουσα δύναμη στα Βαλκάνια και στην Ανατολική Μεσόγειο. Ποτέ ξανά δεν πρέπει να επιτρέψουμε να γίνει κάποια γενοκτονία.
. Σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να θυμόμαστε πως όταν ο Χίτλερ ήθελε να κάνει τη γενοκτονία των Εβραίων, είπε: «Ποιος θυμάται τη γενοκτονία των Αρμενίων;»
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της ομιλίας της.
«Αγαπητοί εκπρόσωποι του Ποντιακού Ελληνισμού, κύριοι πρώην Πρόεδροι της Βουλής, κυρίες και κύριοι Βουλευτές, από το 1916 έως το 1923 συστηματικά εξοντώνονται οι Έλληνες του Πόντου.
Μέσα σε αυτά τα χρόνια η «ερυθρά» σφαγή ολοκληρώθηκε από τη «λευκή» σφαγή, δηλαδή, την αργή εξόντωση από τις εκτοπίσεις, το κρύο, την πείνα, την κακομεταχείριση. Η γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου από τον τούρκικο εθνικισμό αποτελεί μία αδιαμφισβήτητη πραγματικότητα και εγγράφεται μέσα στον γενικότερο σχεδιασμό των Νεότουρκων για εξόντωση των μη μουσουλμανικών μειονοτήτων και αντίστοιχα την τουρκοποίηση των μουσουλμανικών.
Για πολλά χρόνια το ζήτημα έμεινε στη λήθη για τη διεθνή κοινότητα αλλά και για τη χώρα μας παρά τις μαρτυρίες από εκατοντάδες αναφορές, οπτικό υλικό, παρά τα επίσημα διπλωματικά έγγραφα, παρά τις ζωντανές μαρτυρίες των ανθρώπων που επιβίωσαν από τις λεηλασίες και τις σφαγές. Υπήρχε ωστόσο η αλήθεια των Ελλήνων του Πόντου, η οιμωγή για την απώλεια, την συντριβή και την προσφυγιά τους.
Η αποσιώπηση αυτής της ανείπωτης τραγωδίας έχει ηθική και πολιτική σημασία. Ηθικά δεν αποδόθηκε εγκαίρως η οφειλόμενη δικαίωση των θυμάτων αλλά και της ιστορικής μνήμης. Και όταν κανείς αργοπορεί στην ιστορία, αυτή τον εκδικείται. Πολιτικά δεν μπορέσαμε γρήγορα να αντιληφθούμε στο έπακρο τον τρόπο δημιουργίας των εθνών-κρατών στην ευρύτερη περιοχή και ειδικά όσον αφορά τη δημιουργία του σύγχρονου τουρκικού κράτους και να κατανοήσουμε τον ρόλο που αυτό διαδραματίζει ακόμα και σήμερα.
Η βίαιη εκτόπιση, οι δολοφονίες και εντέλει η γενοκτονία τόσο των Ελλήνων του Πόντου όσο και άλλων πληθυσμών της Τουρκίας -η αρμένικη γενοκτονία είχε 1,5 εκατομμύρια νεκρούς- τις δύο πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα δεν οφείλονται μόνο στον τούρκικο επεκτατισμό, εθνικισμό και στην ανάγκη δημιουργίας κράτους-έθνους, αλλά ήταν αποτέλεσμα της επέμβασης των μεγάλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων της εποχής.
Είναι πάμπολλες οι αναφορές στον ρόλο που διαδραμάτισε ο γερμανικός παράγοντας. Οι Γερμανοί, εκείνη την εποχή, έχουν τεράστια οικονομικά και στρατιωτικά συμφέροντα στην Τουρκία. Ελπίζουν ότι με μία ισχυρή Τουρκία θα ανταγωνίζονται καλύτερα τους Βρετανούς. Γι’ αυτόν τον λόγο η γερμανική πολιτική εκπονεί ένα πρόγραμμα ακεραιότητας της Τουρκίας η υλοποίηση του οποίου προϋποθέτει την εξόντωση των πληθυσμών εκείνων που ενισχύουν τις φυγόκεντρες τάσεις στο εσωτερικό της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Η Τουρκία γίνεται το πιο σημαντικό πεδίο δράσης του γερμανικού ιμπεριαλισμού. Κινητήρια δύναμη είναι οι γερμανικές τράπεζες οι οποίες έχουν κολοσσιαίες επιχειρήσεις στην Ασία.
Το βλέμμα μας στη σημερινή Τουρκία θα πρέπει να είναι. Σε αυτήν την περίπτωση θα πρέπει να τονίσουμε ότι και σήμερα ο κεμαλισμός, η έλλειψη δημοκρατίας, η αντιμετώπιση των μειονοτήτων στο εσωτερικό της Τουρκίας, έτσι όπως γίνεται, δείχνουν πως υπάρχουν ακόμα ισχυρά κατάλοιπα που διαποτίζουν την κρατική και την κοινωνική της δομή.
Αποτελεί πάγιο αίτημα της εθνικής αντιπροσωπείας καθώς και του ποντιακού ελληνισμού η αναγνώριση διεθνώς της γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου ως τέτοιας. Το αίτημα αυτό δεν τοποθετείται στον δημόσιο λόγο για να συντηρεί μια έχθρα μεταξύ των λαών, αλλά ακριβώς το αντίθετο. Ο λαός που αναγνωρίζει και ξεκαθαρίζει μαύρες στιγμές της ιστορίας του μπορεί να προχωρήσει στο μέλλον απαλλαγμένος από τα βάρη του, σε πνεύμα φιλίας με τους γείτονές του.
Η Τουρκία δεν φαίνεται, μέχρι στιγμής, διατεθειμένη για κάτι τέτοιο και η Ελλάδα θα πρέπει να δώσει πραγματικό περιεχόμενο σε αυτήν την αίτηση προς τη διεθνή κοινότητα. Η μη αναγνώριση της γενοκτονίας σήμερα από την Τουρκία σημαίνει πως δεν θέλει να αναλογιστεί το παρελθόν της. Είναι φανερή η αντιδημοκρατική και η προκλητική της στάση σε μία σειρά από ζητήματα, όπως στο προσφυγικό, στις παραβιάσεις στο Αιγαίο, στα ζητήματα δημοκρατίας. Όλα αυτά, βέβαια, με την ανοχή και την συνεπικουρία της διεθνούς κοινότητας.
Το 1994 η ελληνική Βουλή ομόφωνα αναγνώρισε τη γενοκτονία των Ποντίων. Γι’ αυτούς τους Έλληνες, τους Έλληνες του Πόντου και όχι τους Πόντιους, γι’ αυτούς τους Έλληνες, που διατράνωναν παντού την ταυτότητά τους, θα πρέπει να μην είμαστε ευχαριστημένοι μόνο με μία επετειακή υπενθύμιση. Υπήρξε εκμετάλλευση του ζητήματος και για μικροπολιτικούς και ψηφοθηρικούς λόγους. Υπάρχει, ωστόσο, ένα ερώτημα: Πώς μπορεί να επιτευχθεί σήμερα η αναγνώριση της γενοκτονίας των Ποντίων; Ποιες έμπρακτες πολιτικές μπορούν να οδηγήσουν εκεί και με ποιο όφελος;
Αναφέρθηκε πριν από τον κύριο Αντιπρόεδρο της Βουλής ότι σημαντικά προβλήματα δεν έχουν λυθεί, όπως το ασφαλιστικό και άλλα. Και πέρυσι το μέλος της Παμποντιακής Ομοσπονδίας, κατά την ομιλία του στην ειδική θεματική εκδήλωση για τη γενοκτονία, σκιαγράφησε έναν οδικό άξονα διεκδικήσεων που χρήζει σοβαρής διερεύνησης. Ζητάει, πρώτον, να αναγνωριστεί η γενοκτονία των Ασσυρίων, συμπληρώνοντας τις αναγνωρίσεις της τριάδας γενοκτονιών των Χριστιανών, Αρμενίων, Ασσυρίων και Ελλήνων, που διαπράχθηκαν στον ίδιο χώρο και χρόνο από τον ίδιο γενοκτόνο για τους ίδιους λόγους.
Δεύτερον, ζητάει να εντάξει την τριάδα γενοκτονιών Αρμενίων, Ασσυρίων και Ελλήνων στα προς συζήτηση και διευθέτηση στα εκκρεμή ζητήματα με την τουρκική κυβέρνηση.
Τρίτον, να επανεκδώσει τον τόμο με τα ντοκουμέντα της γενοκτονίας του ποντιακού ελληνισμού και να εκπληρώσει τη δέσμευση έκδοσης σε έξι γλώσσες του τόμου αυτού.
Και, τέταρτον, να θέσει στην ατζέντα των ευρωτουρκικών συνομιλιών την αναγνώριση της γενοκτονίας των χριστιανικών λαών, Ελλήνων, Αρμενίων και Ασσυρίων ως όρο ειρήνης, ομαλής και δημοκρατικής εισόδου της Τουρκίας στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι.
Σε μία εποχή που στην Ευρώπη, αλλά και στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου ο πόλεμος και τα προσφυγικά κύματα βρίσκονται στην ημερήσια διάταξη και η δημοκρατία είναι διακύβευμα που κρίνεται αναγκαίο, πρέπει να πούμε ότι χρειάζεται μία άλλη διεθνής της δημοκρατίας και της συνύπαρξης των λαών. Αυτό το σχέδιο δεν μπορεί να προχωρήσει όσο παραμένουν ανοικτές πληγές πάνω στο σώμα της ιστορίας και των εθνών με την ανοχή, αλλά και την πυροδότηση, θα έλεγα, των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων και των συμφερόντων τους. Η αποσταθεροποίηση της Συρίας, η φλεγόμενη Μέση Ανατολή, τα τεράστια προσφυγικά κύματα, οι εκατοντάδες νεκροί στο Αιγαίο, τα κλειστά σύνορα, το «κυπριακό» είναι κάποιες από τις νέες μορφές των εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας, οι νέες μορφές που και πάλι έχουν τους ίδιους ενόχους.
Η ανθρωπότητα, για να προχωρήσει μπροστά σε ένα καλύτερο μέλλον, οφείλει να αναγνωρίσει τα λάθη της και όχι να τα ξεπερνά. Υπάρχει ο κίνδυνος να παραγραφούν τα αδικήματα πάνω στη λογική ότι «αυτά έχουν οι πόλεμοι, ο ιμπεριαλισμός».
Δεν είναι ακριβώς έτσι. Υπάρχουν συγκεκριμένες ευθύνες, συγκεκριμένη ιστορία, με συγκεκριμένα ονόματα, που δεν μπορεί να παραγραφεί και χρειάζεται δικαίωση, για να μην επαναλαμβάνονται διαρκώς οι ίδιες πολιτικές.
Χρειάζεται ένα δημοκρατικό και πατριωτικό προσκλητήριο. Και η Ελλάδα μπορεί και πρέπει να παίξει έναν διαφορετικό ρόλο στην ευρύτερη περιοχή. Μια Ελλάδα της δημοκρατίας, της ειρήνης και του πολιτισμού μπορεί να αναχθεί σε ηγεμονεύουσα δύναμη στα Βαλκάνια και στην Ανατολική Μεσόγειο. Ποτέ ξανά δεν πρέπει να επιτρέψουμε να γίνει κάποια γενοκτονία.
Θα τελειώσω με κάτι που ειπώθηκε πέρυσι, που νομίζω ότι το είπε και ο ίδιος ο Υφυπουργός Εξωτερικών. Σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να θυμόμαστε πως όταν ο Χίτλερ ήθελε να κάνει τη γενοκτονία των Εβραίων, είπε: «Ποιος θυμάται τη γενοκτονία των Αρμενίων;»
Σας ευχαριστώ.»