Άρθρα-Απόψεις
«Άγιο Φως», μια κατ’ εξακολούθηση απάτη του Νίκου Κωστακόπουλου
Πέρασε και το φετινό Πάσχα, το οποίο γιορτάστηκε δεόντως και φέτος από τους Έλληνες, αν και όχι με τη λαμπρότητα, (μέσα στην υπερβολή βεβαίως), που αυτό γινόταν προ πανδημίας αλλά με πολύ λιγότερους περιορισμούς από τον αντίστοιχο εορτασμό της προηγούμενης χρονιάς, είναι αλήθεια, καθώς απ’ τη μια η προοπτική έστω για τιθάσευση της πανδημίας που προκάλεσε ο κορωνοϊός covid-19 κι απ’ την άλλη η μεγάλη κοινωνική πίεση για άνοιγμα των κοινωνικών δραστηριοτήτων και εν πολλοίς ο υπερβάλλων ζήλος θρησκευτικών κύκλων για συμμετοχή χωρίς περιορισμούς σε κάθε θρησκευτική εκδήλωση, αυτό είχαν ως συνέπεια.
Το ότι επετράπη η διεξαγωγή ιερών ακολουθιών όλες αυτές τις ημέρες με τη συμμετοχή πιστών σίγουρα αποτελεί σωστή απόφαση, καθώς δεν νοείται θρησκευτική γιορτή χωρίς την τέλεση των αντίστοιχων θρησκευτικών τελετών με τη συμμετοχή μάλιστα πιστών σ’ αυτές, πόσο μάλλον εορτασμός του χριστιανικού Πάσχα, της πλέον κορυφαίας χριστιανικής γιορτής.
Το αρνητικό όμως είναι ότι δυστυχώς στις περισσότερες των περιπτώσεων δεν τηρήθηκαν τα επιβαλλόμενα υγειονομικά μέτρα, με ευθύνη όχι μόνο των ιερωμένων αλλά και των θρησκευόμενων πολιτών, μεγάλο μέρος των οποίων δεν στάθηκε αντάξιο της ατομικής ευθύνης που είναι υποχρεωμένος να επιδεικνύει κάθε νομοταγής πολίτης, κι ας θερίζει η πανδημία παντού τριγύρω μας.
Δεν έλειψαν βέβαια και κάποιες ακραίες και προκλητικά έκνομες συμπεριφορές ιερωμένων, μηδέ εξαιρουμένων, δυστυχώς, και αρχιερέων, αναφορικά με την τήρηση των μέτρων υγειονομικής προστασίας που επιβλήθηκαν από την πολιτεία και τα οποία αποδέχθηκε και σωστά και η ιεραρχία της εκκλησίας. Και δεν αξίζει δυστυχώς να γίνει καμιά ιδιαίτερη αναφορά σ’ αυτό, καθώς είναι πολύ στενάχωρο έκνομες ενέργειες να συμβαίνουν εκ μέρους λειτουργών της εκκλησίας, οι οποίοι, πέραν της σημαντικότητας της θέσης τους ως θρησκευτικών λειτουργών δεν παύουν να έχουν και την υπαλληλική ιδιότητα, αφού μισθοδοτούνται από το κράτος, και δεν νοείται υπάλληλος να παρανομεί και να μην υφίσταται καμία συνέπεια γι’ αυτό.
Ούτε φυσικά αξίζει να γίνει λόγος για σκοταδιστικού τύπου αντιλήψεις που σχετίζονται με την αντιμετώπιση της πανδημίας και που διακινούνται από εκκλησιαστικούς κύκλους, όπως συμβαίνει αναφορικά με θέσεις που ταυτίζονται με το αντιεμβολιαστικό κίνημα ή που δεν επιτρέπουν την αλλαγή του τρόπου διεξαγωγής της θείας κοινωνίας, οι οποίες εξακολουθούν ακόμη δυστυχώς να υποστηρίζονται από μέρος της εκκλησίας και να λειτουργούν σε βάρος της κοινωνίας, παρότι είναι ολοφάνερο πλέον ότι οδηγούν πολύ κόσμο κατευθείαν στον θάνατο. Κι αυτό είναι απαράδεκτο να συμβαίνει στους κόλπους της εκκλησίας, ενός οργανισμού προτεραιότητα του οποίου αποτελεί ο άνθρωπος.
Οι προαναφερόμενες διαπιστώσεις σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει πως η εκκλησία φέρει όλη την ευθύνη για την άνευ μέτρου κάθε μορφής «έξοδο» της κοινωνίας αυτή την περίοδο, λες και η πανδημία εξέλιπε. Απλά γίνεται η αναφορά εδώ στην εκκλησία, καθώς τις μέρες αυτές ο ρόλος της εκκλησίας καθίσταται εξ’ αντικειμένου κεφαλαιώδης.
Και είναι και κάτι άλλο. Υπάρχουν εδώ ζητήματα που σκανδαλίζουν και τα οποία θα έπρεπε να έχουν πάψει προ πολλού, αλλά δυστυχώς κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει. Όπως αυτό που σχετίζεται με το «Άγιο Φως», για το οποίο γίνεται αναφορά στη συνέχεια.
Κι αν υποτεθεί πως το «Άγιο Φως» δεν είναι χονδροειδές ψέμα αλλά αποτελεί προϊόν θαύματος, (ένα θαύμα που συμβαίνει μια φορά κάθε χρόνο και όχι σε σταθερή ημέρα και ώρα, μιας και το χριστιανικό Πάσχα είναι κινητή γιορτή, ένα επαναλαμβανόμενο κατά παραγγελία θαύμα, κάτι σαν εμπόρευμα δηλαδή που παραδίνεται στη ώρα του και στη συμφωνημένη τιμή), ανακύπτουν πολλά ερωτήματα – απορίες που ζητούν εναγωνίως απάντηση. Και δεν είναι δυνατόν να μην διατυπωθούν ακόμη και από ανθρώπους που έχουν τις καλύτερες των προθέσεων και που δεν έχουν λόγο να αμφισβητούν κάποιες παραδοχές με ισχύ εν είδει δόγματος, όπως:
Όλοι εμείς που παρακολουθήσαμε την Αναστάσιμη Ακολουθία στις εσχατιές της χώρας, στις εκκλησιές των χωριών μας που είναι σκαρφαλωμένα στις βουνοπλαγιές της Πίνδου, όπως και πολλοί άλλοι αλλού, σε τόσους άλλους ναούς που βρίσκονται σε χωριά και σε πόλεις, σε βουνά, σε πεδιάδες, σε νησιά και σε μοναστήρια, εκεί όπου δεν έφτασε το «Άγιο Φως», (το οποίο μεταφέρθηκε με κάθε επισημότητα αεροπορικώς από τα Ιεροσόλυμα κι από εκεί με άλλες δώδεκα αεροπορικές πτήσεις σε διάφορα σημεία της επικράτειας), και ανάψαμε τις λαμπάδες μας και τα κεράκια μας από τη φωτιά που προήλθε από έναν ταπεινό αναπτήρα ή από ένα σπίρτο, αλήθεια δεν λάβαμε την ευλογία της εκκλησίας αυτή την άγια μέρα, την κορυφαία, είναι αλήθεια, της χριστιανοσύνης;
Και, κατ’ αναλογία, το ίδιο δεν συμβαίνει και με τόσους άλλους χριστιανούς που ζουν στα πέρατα της γης, όπου δεν ήταν δυνατό να φτάσει το «Άγιο Φως»;
Και το ίδιο δεν συμβαίνει κατ’ αντιστοιχία και με τόσους και τόσους πιστούς χριστιανούς, γενιές και γενιές σχεδόν δυο χιλιάδες χρόνια τώρα, που είχαν την ατυχία να ζήσουν σε εποχές που δεν είχε ανακαλυφθεί ακόμη το αεροπλάνο ή που δεν έτυχε να ζουν σε περιοχές όπου φθάνει το αεροπλάνο τάχιστα για να μεταφέρει το «Άγιο Φως»;
Ένα φως δεν είναι φως αλλά φωτιά και δεν έχει τίποτε διαφορετικό από οποιαδήποτε φωτιά που ανάβει, καίει και σβήνει, όπως κάθε φωτιά, και γι’ αυτό εξάλλου λαμβάνονται όλα τα απαιτούμενα μέτρα για να μείνει άσβεστη κατά τη μεταφορά της.
Δηλαδή, μια ισχνή μειοψηφία πιστών αναλογικά ανάβει τις λαμπάδες και τα κεριά με φωτιά που προέρχεται από το «Άγιο Φως» και όλοι οι υπόλοιποι με φωτιά από τον αναπτήρα ή από το σπίρτο;
Τι προνόμιο είναι αυτό και πώς δικαιολογείται τέτοια μεροληπτική στάση εκ μέρους της θρησκείας που ευαγγελίζεται την καθολική ισότητα των ανθρώπων;
Κι αν ακόμη παραβλεφθεί ως δευτερεύον ζήτημα το διόλου ευκαταφρόνητο οικονομικό κόστος που απαιτείται για να μεταφερθεί το Άγιο Φως από τα Ιεροσόλυμα στην πρωτεύουσα κι από εκεί να διασκορπιστεί σε όλη τη χώρα – στις περιοχές εκείνες βέβαια που έχουν αυτό το προνόμιο – αεροπορικώς και στη συνέχεια οδικώς, (αν και κανονικά δεν επιτρέπεται να σπαταλώνται οικονομικοί πόροι, ασχέτως από το ποιος τους διαθέτει κι αν δεν διατίθενται από το κράτος στο σύνολό τους, με τους οποίους θα μπορούσαν να καλυφθούν πιεστικές κοινωνικές ανάγκες,), η συνοδεία εκπροσώπων της πολιτείας στο αεροπορικό ταξίδι του «Αγίου Φωτός» και κυρίως η υποδοχή του στο αεροδρόμιο με τιμές αρχηγού κράτους τι σκοπό εξυπηρετεί;
Και εξάλλου το φως που διακηρύττει ο χριστιανισμός δεν είναι ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός, η διδασκαλία και η ζωή Του;
Αυτά και άλλα πολλά έρχονται στο νου καθενός, ασχέτως αν για διάφορους λόγους δεν εκφράζουν ανοιχτά τις σκέψεις τους όλοι, όπως και στη σκέψη – είναι σίγουρο – όσων διαλαλούν ότι πρόκειται για προϊόν θαύματος, και φυσικά είναι σε γνώση της ίδιας της ιεραρχίας της εκκλησίας.
Ένα θαύμα, όμως, που, (όπως εξηγεί ο Κοραής στο σύγγραμμά του με τίτλο «ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΕΝ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΟΙΣ Αγίου ΦΩΤΟΣ»), «Ξεκίνησε τον ένατο αιώνα… στα χέρια Δυτικών μοναχών… πέρασε στα χέρια των Ανατολικών την δωδεκάτην εκατονταετηρίδα… και έπραξαν βέβαια (πάλιν το λέγω) κακά υιοθετώντας το θαύμα των Δυτικών… διότι έπραξαν ό,τι θα έπραττε και κάθε άλλος κοσμικός, όστις κληρονομών πλούσιον εργαστήριον, δεν το κλείει αλλά απεναντίας φροντίζει και τις πραμάτειες ν’ αυξήσει και τους αγοραστές να πολλαπλασιάσει».
Και όπως αναφέρει ο διαπρεπής καθηγητής Κωνσταντίνος Καλοκύρης στο σύγγραμμά του «Το Αρχιτεκτονικό Συγκρότημα του Ναού της Αναστάσεως Ιεροσολύμων και το Θέμα του Αγίου Φωτός» πρόκειται για έναν θρύλο, ο οποίος καλλιεργήθηκε στους Άγιους Τόπους μετά την εισβολή των σταυροφόρων και μέσα στα πλαίσια της διαμάχης Ορθοδόξων Λατίνων και Αρμενίων, που ο καθείς διεκδικούσε δι’ εαυτόν το προνόμιο του «λαμβάνειν εξ ουρανού» το ανέσπερο Φως!
Και αλλού, στην κατάληξη του άρθρου του Μέγα πρωτοπρεσβύτερου του Οικουμενικού Πατριαρχείου ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΤΣΕΤΣΗ (εφημερίδα «ΤΟ ΒΗΜΑ», 21/4/2006), όπου αναφέρονται, μεταξύ άλλων πολύ ενδιαφερόντων σχετικών στοιχείων, τα εξής: «….Το μυστήριο όμως που καλλιεργήθηκε γύρω από το τελετουργικό της αφής του Αγίου Φωτός και οι λαϊκές περί αυτού αντιλήψεις στις μέρες μας συνετέλεσαν στην οικειοποίηση και εκμετάλλευση από έξω εκκλησιαστικούς κύκλους της άκρως συμβολικής και κατανυκτικής αυτής λειτουργικής πράξεως της Εκκλησίας μας.
Ο λόγος για την διαπόμπευση του Αγίου Φωτός με την οργανωμένη αεροπορική μεταφορά του στον ελλαδικό χώρο, συνοδεία κυβερνητικών παραγόντων, τιμητικών αγημάτων, ευζώνων και προσκόπων (και φυσικά τηλεοπτικών συνεργείων!), προκειμένου όπως ο νεοέλληνας γιορτάσει «αυθεντικό ελληνικό Πάσχα».
Ωσάν οι πρόγονοί μας να μη γιόρταζαν Ανάσταση Χριστού προτού εφευρεθεί το αεροπλάνο! Ή ωσάν οι ανά τα πέρατα της οικουμένης Ορθόδοξοι να μην εορτάζουν Πάσχα Κυρίου, μια και η Ολυμπιακή δεν «πετά» ως τις χώρες τους! Επέστη όμως καιρός να τερματισθεί ο διασυρμός των Θείων. Είναι δε σόλοικο και αποτελεί ασέβεια το να αποδίδει κανείς «τιμές Αρχηγού Κράτους» στο Άγιον Φως, το οποίο προέρχεται από τον τάφο εκείνου που δήλωσε ότι «η Βασιλεία η εμή ουκ έστιν εκ του κόσμου τούτου».
Οπότε, μετά από όλα αυτά, δεν μένει κάτι άλλο να πει κανείς, παρά να αναρωτηθεί:
– Αυτή η κατ’ επανάληψη θαυματοποιία, με το ίδιο «θαύμα» να επαναλαμβάνεται κάθε φορά που παραγγέλλεται, αυτή η κατ’ εξακολούθηση απάτη, τι ποινές θα επέσυρε αν εξεταζόταν βάσει του νομικού κώδικα;
– Κι αλήθεια, όλα αυτά πώς γίνεται να συμβαίνουν στην Ελλάδα, τη χώρα όπου θριάμβευσε ο ορθολογισμός ως ακρογωνιαίος λίθος του πολιτισμού της κι από εκεί διεσπάρη στον σύγχρονο κόσμο κι αποτέλεσε το βασικό στοιχείο του σύγχρονου πολιτισμού;
– Κι ως πότε θα συνεχίζεται αυτή η απίστευτη κοροϊδία με την τελετή της αφής του «Αγίου Φωτός» και με τη μεταφορά του στη χώρα μας με συνοδεία κυβερνητικών εκπροσώπων και με την υποδοχή του με τιμές αρχηγού κράτους;
– Κι αν η μη υποδοχή του εφέτος με τιμές αρχηγού κράτους αποτελεί αναμφισβήτητα θετική εξέλιξη και αξίζουν συγχαρητήρια στην κυβέρνηση γι’ αυτή την απόφαση και στην ιεραρχία, αν συμφώνησε σ’ αυτό, (αρκεί βέβαια να μην αποτελεί πρόσκαιρη απόφαση λόγω της συγκυρίας με την πανδημία, πράγμα μάλλον σίγουρο μιας και η μετάβαση έγινε με το πρωθυπουργικό αεροσκάφος και συνοδεία υφυπουργού), αυτό θα συνεχιστεί και μετά το πέρας της πανδημίας;
– Αλήθεια, η εκκλησία, πώς ανέχεται να συνεχίζεται αυτή η κοροϊδία και γιατί δεν παίρνει ανοιχτά θέση εναντίον της; Πώς είναι δυνατόν ο χριστιανισμός, η θρησκεία που στη βάση της κοσμοθεωρίας της θέτει τη θυσία υπέρ των άλλων και διακηρύσσει την απόλυτη ισότητα όλων των ανθρώπων και την καθολική αγάπη – στοιχεία που συνιστούν ακλόνητες σταθερές με διαχρονική και παγκόσμια αξία – να πέφτει τόσο χαμηλά; Αμφιβάλλει για την αλήθεια που διακηρύττει και προσφεύγει στα ψευτοθαύματα για να πείσει;
– Και γιατί δεν δίνει σημασία σ’ αυτό που αναφέρει σε άλλο σημείο του προαναφερόμενου συγγράμματός του ο Κοραής, ότι: «η αληθής θρησκεία όχι μόνο δεν διασφαλίζεται με την απάτην αλλά και τρέχει μέγαν κίνδυνον να καταφρονηθεί παντάπασι και να συναριθμηθεί με τας ψευδείς θρησκείας όπότε μεταχειρίζεται αυτά εκείνα μέσα (δηλαδή όταν χρησιμοποιεί απάτες)…».
Καταλήγοντας, με την ευκαιρία της μη υποδοχής του «Αγίου Φωτός» εφέτος με τιμές αρχηγού κράτους, ας υπάρξει και η αναγκαία συνέχεια. Η οικονομική κρίση και η πανδημία έχουν προσφέρει ευκαιρία στην πολιτεία να πάψει να παρέχει υποστήριξη και βοήθεια γι’ αυτό και συνάμα αμφότερα τα στοιχεία αυτά παρέχουν το αναγκαίο άλλοθι στην εκκλησία για να το σταματήσει αυτό, χωρίς να προκληθεί ξεσηκωμός των φανατικών αν αποκαλυφθεί η κοροϊδία που υφίστανται όλα αυτά τα χρόνια. Κι έτσι να σταματήσει επιτέλους, με από κοινού προσπάθεια πολιτείας και εκκλησίας, η συνέχιση αυτής της απάτης που προσβάλλει την ίδια την εκκλησία.
Να πάψει επιτέλους να διακινείται αυτό το κατά παραγγελία και κατ’ εξακολούθηση ψευτοθαύμα!
Είναι αναγκαίο πρωταρχικά για την αξιοπιστία της ίδιας της εκκλησίας!!
Και επιβάλλεται βάσει της κοινής λογικής και της αλήθειας!!!
Νίκος Κωστακόπουλος
(Εκπαιδευτικός – Πρόεδρος Δημοτικού Συμβουλίου Θέρμου)