Η ατομική εμπειρία ενός όγκου επηρεάζει περισσότερα από ένα άτομα στα 20 στην Ευρώπη, δηλαδή 23,7 εκατομμύρια άτομα (12,8 εκατομμύρια γυναίκες και 10,9 εκατομμύρια άνδρες), αναφέρει η ANSA.
Ο αριθμός αυξήθηκε κατά 3,5% ετησίως και κατά 41% συνολικά μεταξύ 2010 και 2020 (από 16,8 σε 23,7 εκατομμύρια), λόγω της γήρανσης του πληθυσμού. Η αύξηση ήταν πιο έντονη στους άνδρες (+46%, από 7,47 εκατομμύρια το 2010 σε 10,9 εκατομμύρια το 2020) από ό,τι στις γυναίκες (+37%, από 9,34 σε 12,8 εκατομμύρια ).
Τα στοιχεία δημοσιοποιούνται στο πλαίσιο της Παγκόσμιας Ημέρας κατά του Καρκίνου, η οποία γιορτάζεται την Κυριακή 4 Φεβρουαρίου, μετά από μελέτη που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Lancet Oncology» και συντονίζεται από το Superior Institute of Health και το IRCCS Foundation, το Εθνικό Ινστιτούτο Ογκολογία στο Μιλάνο.
Οι ερευνητές υπολόγισαν τον επιπολασμό (δηλαδή τον συνολικό αριθμό των περιπτώσεων καρκίνου, συμπεριλαμβανομένων αυτών που διαγνώστηκαν πρόσφατα, εκείνων που βρίσκονται υπό θεραπεία, εκείνων που έχουν ήδη λάβει θεραπεία) το 2020, αναλύοντας δεδομένα από τα 61 μητρώα καρκίνου σε 29 χώρες που συμμετέχουν στο ερευνητικό πρόγραμμα EUROCARE-6.
Η ανάλυση περιλαμβάνει ασθενείς που διαγνώστηκαν από το 1978 έως το 2013, καλύπτοντας περισσότερες από 19 εκατομμύρια περιπτώσεις καρκίνου και 32 τύπους όγκων. Μεταξύ των γυναικών με προσωπική εμπειρία καρκίνου, το 43% είχε διαγνωστεί με καρκίνο του μαστού (5,5 εκατομμύρια) μεταξύ των ανδρών, το 37% έχει καρκίνο του προστάτη (4 εκατομμύρια). Ο καρκίνος του παχέος εντέρου ήταν η δεύτερη πιο συχνή διάγνωση και στα δύο φύλα (3 εκατομμύρια), με υψηλότερα ποσοστά στους άνδρες από τις γυναίκες (691 έναντι 564 περιπτώσεων ανά 100.000 πληθυσμού, αντίστοιχα).
Παρουσιάστηκε μεταβλητότητα στο ποσοστό των περιπτώσεων μεταξύ των 29 χωρών που εξετάστηκαν.
Για όλες τις κακοήθειες, οι υψηλότερες τιμές βρέθηκαν στη Γερμανία, την Ιταλία, το Βέλγιο και τη Γαλλία (μεταξύ 5.861 και 5.603 άτομα ανά 100.000 κατοίκους) και οι χαμηλότερες στη Βουλγαρία, την Πολωνία και τη Σλοβακία (3.026 – 3.775 ανά 100.000).
Οι μεγαλύτερες διαφορές αφορούν καρκίνους των οποίων η επίπτωση συνδέεται με υψηλή γεωγραφική μεταβλητότητα, όπως το δερματικό μελάνωμα, για το οποίο ο επιπολασμός ήταν οκτώ φορές υψηλότερος στη Δανία από ό,τι στη Βουλγαρία, και για τα δύο φύλα.
Συνολικά, το 38% όλων των περιπτώσεων στην Ευρώπη το 2020 επέζησε για περισσότερα από 10 χρόνια μετά τη διάγνωση (44% για τις γυναίκες και 32% για τους άνδρες).
Σύμφωνα με τους συντάκτες της μελέτης, «τα αποτελέσματα δείχνουν ότι ένα πολύ σημαντικό ποσοστό του πληθυσμού επηρεάζεται ή έχει επηρεαστεί από την εμπειρία του καρκίνου». Αυτό το ποσοστό αναμένεται να αυξηθεί και είναι ακόμη υψηλότερο αν λάβουμε υπόψη τις αναπληρωματικές εμπειρίες των οικογενειών και των φροντιστών.
«Η αύξηση της ογκολογικής επιβάρυνσης, μαζί με το υψηλό κόστος των καινοτόμων θεραπειών – προειδοποιούν οι ειδικοί – έχει σοβαρές επιπτώσεις στη βιωσιμότητα των συστημάτων υγείας και κοινωνικής φροντίδας.
Αυτά τα δεδομένα επιβεβαιώνουν την επείγουσα ανάγκη ενίσχυσης της πρωτογενούς πρόληψης και της έγκαιρης διάγνωσης. Η πρόληψη παραμένει ο δρόμος προς τα εμπρός, όχι μόνο για τη μείωση του αριθμού των περιπτώσεων, αλλά και για τη βελτίωση των πιθανοτήτων ίασης και τη διασφάλιση καλής ποιότητας ζωής μετά τον καρκίνο, όπως αναφέρεται ξεκάθαρα στους στόχους του Ευρωπαϊκού Σχεδίου για την Καταπολέμηση του Καρκίνου 2021-2027 (EBCP)».
Πηγή: Euractiv.ro