Κοινωνία
Άρτεμις Βασίλη: Νέα τροπή στην υπόθεση της εξαφάνισής της – Αναπτερώνονται οι ελπίδες να είναι ζωντανή (Video)
Σύμφωνα με μαρτυρία γυναίκας, η κοπέλα εθεάθη στη Σουηδία και συγκεκριμένα στο Γκέτεμποργκ
Ήταν Παρασκευή 16 Οκτωβρίου 2020, γύρω στις δυόμισι το μεσημέρι, όταν η Άρτεμις Βασίλη εξαφανίστηκε. Η νεαρή κοπέλα, που εάν ζει σήμερα είναι 22 χρονών, έφυγε από το σπίτι της στο Κορωπί, λέγοντας ότι θα πήγαινε σε κατάστημα παιχνιδιών στην Παιανία για να κάνει αίτηση για δουλειά, κάτι που δεν έγινε, όπως αποδείχθηκε αργότερα.
Δύο χρόνια μετά, η οικογένειά της συνεχίζει να την αναζητά και να ελπίζει ότι θα τη βρει ζωντανή. Τον περασμένο μήνα, μία σημαντική μαρτυρία, έδωσε νέα τροπή στην υπόθεση και έστρεψε τις έρευνες των Αρχών στη Σουηδία.
Μια γυναίκα, κάλεσε ταραγμένη την εκπομπή «Φως στο Τούνελ» και ισχυρίστηκε πως αναγνώρισε την Άρτεμη στην πόλη Γκέτεμποργκ, τη δεύτερη μεγαλύτερη της Σουηδίας μετά τη Στοκχόλμη, και αμέσως σήμανε συναγερμός.
Η δημοσιογραφική ομάδα του «Τούνελ» κινητοποιήθηκε άμεσα ενημερώνοντας τις Αρχές και τον δικηγόρο της οικογένειας, Αναστάσιο Ντούγκα.
Χωρίς να χαθεί πολύτιμος χρόνος, ο κ. Ντούγκας μαζί με τον αδελφό της, Άρη, ταξίδεψαν στη Σουηδία για να συναντήσουν τη μάρτυρα και να ζητήσουν τη βοήθεια των αστυνομικών και προξενικών Αρχών.
«Η μάρτυρας δηλώνει βέβαιη πως είναι η Άρτεμις. Άμεσα, καταθέσαμε τη μαρτυρία στο ελληνικό προξενείο και ζητήσαμε να ανοίξει ο φάκελος όχι μόνο για την Ιντερπόλ, αλλά και για το αστυνομικό τμήμα του Γκέτεμποργκ, ώστε να τρέξουν γρήγορα οι διαδικασίες. Με το άνοιγμα του φακέλου, θα μπορέσει η σουηδική αστυνομία να πάρει όλο το υλικό από τις κάμερες του εμπορικού κέντρου όπου υπήρχε η μαρτυρία, προκειμένου να διαπιστώσουμε από τις κάμερες αν όντως πρόκειται για εκείνη», είπε στη Realnews ο δικηγόρος της οικογένειας.
Στη συνέχεια, ο κ. Ντούγκας κληθείς να σχολιάσει την αξιοπιστία της μάρτυρος παρέθεσε τα στοιχεία που τον οδηγούν στο συμπέρασμα ότι όντως η νεαρή κοπέλα μπορεί να βρίσκεται στη Σουηδία. «Αρχικά, η κοπέλα μιλούσε ελληνικά και αλβανικά, όπως ακριβώς και η Άρτεμις, ενώ μόνο τυχαίο δεν μπορεί να είναι το γεγονός ότι ο φίλος της την αποκάλεσε “Έμι”, που είναι τα τελευταία γράμματα του ονόματός της. Τέλος, όταν η μάρτυρας ρώτησε την κοπέλα αν είναι η Άρτεμις που την ψάχνουν στην Ελλάδα, εκείνη κατευθύνθηκε γρήγορα προς το αυτοκίνητο και απομακρύνθηκε. Αν δεν ήταν η Άρτεμις, γιατί να φύγει;».
«Σημαντική ήταν η συμβολή του ελληνικού προξενείου στη Σουηδία, το οποίο μας βοήθησε πολύ ώστε να δοθεί σήμα, προκειμένου να ανοίξει ο φάκελος για την υπόθεση. Αν δεν είχε δοθεί το σήμα από το προξενείο, δεν θα μπορούσαν να προχωρήσουν οι έρευνες της σουηδικής αστυνομίας. Ο επίτιμος γενικός πρόξενος στο Γκέτεμποργκ κύριος Χρήστος Κακαζούκης, από την πρώτη στιγμή, έκανε ό,τι περνούσε από το χέρι του για να διευκολύνει την επαφή της οικογένειας με τη σουηδική αστυνομία», συμπλήρωσε ο δικηγόρος.
Η μαρτυρία που σήμανε συναγερμό
Η μάρτυρας, που έχει καταγωγή από την Αλβανία, έχει ζήσει για πολλά χρόνια στην Ελλάδα και πλέον μένει με τον σύζυγό της μόνιμα στη Σουηδία, ήρθε πρόσωπο με πρόσωπο με την κοπέλα και είναι πεπεισμένη πως πρόκειται για την ίδια.
«Είδα την Άρτεμη σ’ ένα εμπορικό στο Γκέτεμποργκ, είμαι σίγουρη ότι ήταν αυτή. Ήταν η Άρτεμις, την είδα πολύ κοντά, στα δύο βήματα, γιατί άκουσα ελληνικά. Ήταν άλλη μία κοπέλα μαζί της και ένα αγόρι. Αυτός της είπε “πάμε Έμι”. Γυρνάω το κεφάλι και λέω “α Έλληνες είσαστε;”, γιατί χάρηκα που άκουσα ελληνικά», είπε αρχικά η γυναίκα.
«Ήταν αδυνατισμένη, είχε καρέ μαλλί με ένα σκούφο πάνω. Η κοπέλα η άλλη της μίλησε στα αλβανικά. Εγώ ξέρω και αλβανικά και ελληνικά και κατάλαβα. Ήμουν δίπλα στην Άρτεμη και αυτοί δε μου απαντήσανε καθόλου, μόνο το αγόρι κάτι της έλεγε. Όταν τη ρώτησα αν είναι η Άρτεμις, η άλλη κοπέλα που ήταν μαζί την τράβηξε και της είπε στα αλβανικά να φύγουν. Πήγα στο αυτοκίνητο να πάρω το κινητό για να την βγάλω αμέσως φωτογραφία, αλλά μπήκανε κι εκείνοι στο αυτοκίνητό τους και έφυγαν. Κατάφερα να συγκρατήσω μόνο τα τρία τελευταία νούμερα του σουηδικού αριθμού», ανέφερε χαρακτηριστικά η μάρτυρας.
«Η Άρτεμις δε μίλησε καθόλου, ούτε είμαι εγώ, ούτε δεν είμαι. Ήταν ταραγμένη, φοβισμένη. Έχω δύο κορίτσια και δε λέω ψέματα. Ξέρω τι πάει να πει να είσαι μάνα. Να μοιάζει τόσο πολύ με την Άρτεμη; Αφού σου λέω την είδα τόσο κοντά, μόνο που δεν την πήρα αγκαλιά…», κατέληξε.