Πολιτική
Η εισαγωγική τοποθέτηση του Πρωθυπουργού για την πανδημία του κορωνοϊού
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της εισαγωγικής τοποθέτησης του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη:
«Καλημέρα σας. Επιτρέψτε μου να κάνω μία σύντομη εισαγωγική τοποθέτηση ξεκινώντας με τα θερμά μου συλλυπητήρια και τις σκέψεις μου στον δοκιμαζόμενο λαό του Λιβάνου και ειδικά της Βηρυτού μετά από αυτή την τραγική έκρηξη την οποία όλοι είδαμε χθες.
Σε συνεννόηση και με τον Νίκο Χαρδαλιά, αλλά και με τον Αρχηγό ΓΕΕΘΑ ήδη απογειώνεται άμεσα το πρώτο C130 με άντρες και γυναίκες της ΕΜΑΚ καθώς οι πρώτες ανάγκες, όπως μας ζητήθηκαν από τους Λιβανέζους, αφορούν ανθρώπινο δυναμικό σε επιχείρηση έρευνας και διάσωσης. Και βέβαια είμαστε έτοιμοι να συνδράμουμε με πρόσθετο ιατροφαρμακευτικό εξοπλισμό καθώς φαντάζομαι ότι όσο θα περνάνε οι ώρες και οι μέρες θα αντιλαμβανόμαστε το μέγεθος αυτής της πρωτοφανούς τραγωδίας που χτύπησε τον Λίβανο.
Τώρα, ως προς τα ζητήματα τα οποία μας αφορούν, νομίζω ότι είναι τελείως ξεκάθαρο ότι βρισκόμαστε σε μία κρίσιμη καμπή στη μάχη που όλοι μαζί δίνουμε συντεταγμένα από τον Φεβρουάριο, πολιτεία και κοινωνία, ενάντια στην πανδημία του κοροναϊού. Και έχοντας ήδη διανύσει σχεδόν τρεις μήνες από τη σταδιακή επανεκκίνηση της οικονομίας, η οποία θυμίζω ότι ξεκίνησε στις αρχές Μαΐου, βλέπουμε τις τελευταίες μέρες μία σημαντική αύξηση των θετικών κρουσμάτων η οποία, όμως, διαφέρει ουσιωδώς από το πρώτο κύμα της πανδημίας και αυτό φυσικά είναι κάτι το οποίο και μας προβληματίζει και μας ανησυχεί.
Είχαμε δηλώσει με πολύ καθαρό τρόπο στις ανακοινώσεις που έγιναν στα τέλη Απριλίου από εμένα και από τα μέλη της Κυβέρνησης και από όλους τους αρμόδιους και από τον Νίκο και από τον Σωτήρη ότι το σχέδιο της επόμενης μέρας δεν είναι ένα σχέδιο εξόδου από την υγειονομική και την οικονομική κρίση, ούτε είναι ένα απλό σχέδιο επιστροφής σε κάποια κανονικότητα.
Κανονικότητα όπως τη γνωρίζαμε μέχρι το Φεβρουάριο και έως ότου η επιστημονική κοινότητα ανακαλύψει το πολυπόθητο εμβόλιο, αλλά και τα απαραίτητα θεραπευτικά πρωτόκολλα, δεν υπάρχει. Για αυτό και κανένας εφησυχασμός δεν δικαιολογείται.
Είχαμε ονομάσει το σχέδιό μας «Γέφυρα Ασφάλειας». Ήταν ένα σχέδιο μετάβασης από το «Μένουμε Σπίτι» στο «Μένουμε Ασφαλείς». Σε μία νέα καθημερινότητα υψηλού ρίσκου όμως, που επιβάλλει νέους κανόνες εργασίας, συμβίωσης, κυκλοφορίας, ψυχαγωγίας. Αλλά και νέα εργαλεία παρακολούθησης από την πολιτεία τόσο των υγειονομικών δεδομένων, όσο και των οικονομικών επιπτώσεων της πανδημίας. Ένα σχέδιο που όλοι θα θέλαμε να κρατήσει πολύ λίγο, διότι επιβάλλει μέτρα που υπό φυσιολογικές συνθήκες είναι για όλους μας δυσάρεστα.
Όμως η πραγματικότητα είναι ότι σε αυτή τη φάση που βρισκόμαστε δεν γνωρίζουμε ακόμα τη διάρκεια της πανδημίας. Ξέρουμε ότι η επιστήμη κάνει πολύ γρήγορα βήματα προόδου, αλλά δεν γνωρίζουμε ακόμα για πόσο καιρό, για πόσους μήνες θα είμαστε υποχρεωμένοι να ζούμε μαζί με τον ιό.
Είχαμε δηλώσει εξ αρχής ότι το σχέδιό μας αναπροσαρμόζεται συνέχεια με βάση τα πραγματικά δεδομένα. Κάθε μέτρο επανεκκίνησης της οικονομίας είχαμε πει τότε, ότι θα μετριέται, όπως και έγινε. Θα αξιολογείται, όπως και γίνεται διαρκώς και θα αποφασίζουμε συνεχώς αν πρέπει να επιταχύνουμε κάπου ή να επιβραδύνουμε κάπου αλλού. Και είναι κάτι το οποίο το κάνουμε. Το κάνουμε κάθε μέρα.
Αξίζει να θυμίσω ότι ανοίγοντας ξανά την οικονομία μας, έχουμε επιβάλλει μόνο τον τελευταίο μήνα, ακολουθώντας πάντα τις υποδείξεις των ειδικών, τουλάχιστον 15 στοχευμένα νέα περιοριστικά μέτρα. Είναι μέτρα τα οποία απαντούν στα ευρήματα του Παρατηρητηρίου και του Διυπουργικού Μηχανισμού Παρέμβασης που έχουμε δημιουργήσει.
Και αυτό που κάποιοι συχνά κακοπροαίρετα ονομάζουν έλλειψη σχεδίου ή κυβερνητικές παλινωδίες, είναι ακριβώς αυτή η διαρκώς ευμετάβλητη συνθήκη στην οποία καλείται να προσαρμοστεί κάθε Κυβέρνηση, το τονίζω κάθε Κυβέρνηση, απέναντι σε μια πανδημία που θέτει πρωτόγνωρα προβλήματα δημόσιας πολιτικής για τα οποία δεν υπάρχουν ούτε έτοιμες απαντήσεις ούτε δοκιμασμένες λύσεις.
Νομίζω ήταν σαφές σε όλους μας ότι το lockdown δεν μπορούσε, δεν έπρεπε να συνεχιστεί άλλο. Διότι ναι μεν χάρη σε αυτό καταφέραμε και σώσαμε ζωές και πρέπει να είμαστε όλοι, όλη η ελληνική κοινωνία πολύ υπερήφανοι για αυτό το οποίο πετύχαμε, όμως ταυτόχρονα τα κλειστά σχολεία, κλειστές επιχειρήσεις, οι περιορισμοί στις μετακινήσεις προκαλούν όχι μόνο τεράστια οικονομικά αδιέξοδα, αλλά και εντονότατα κοινωνικά προβλήματα.
Εντείνουν τις κοινωνικές ανισότητες, δημιουργούν προβλήματα ψυχολογικά, προβλήματα ενδοοικογενειακής βίας.
Ήταν επίσης σαφές ότι η αναγκαία επανεκκίνηση της οικονομικής και κοινωνικής ζωής όπως την εφαρμόσαμε σε φάσεις από το Μάιο, θα συνεπαγόταν και συνεπάγεται τον κίνδυνο μιας νέας αύξησης κρουσμάτων. Το γνωρίζαμε ότι αυτό θα συνέβαινε. Και ζούμε όλοι σε έναν κόσμο πολύ αυξημένου ρίσκου και όπως είπα οφείλουμε να μάθουμε να ζούμε με τον ιό μέχρι που να βρεθεί η οριστική θεραπεία.
Αυτό δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση ότι θα κλειστούμε στο καβούκι μας ή θα χώσουμε το κεφάλι μας σαν την στρουθοκάμηλο στην άμμο. Αντίθετα πρέπει να εκπαιδευτούμε, να προσαρμοστούμε ως υπεύθυνοι πολίτες στα νέα δεδομένα που δημιουργεί αυτός ο θανατηφόρος ιός.
Και κατανοώ ότι προκαλεί εύλογη αγωνία σε όλους η αύξηση των κρουσμάτων. Και έτσι πρέπει να γίνει. Διότι ποτέ δεν είπαμε ως Κυβέρνηση ότι ο ιός έσβησε και ότι μπορούμε να επιστρέψουμε κανονικά στις ζωές μας σαν να μην συμβαίνει τίποτα.
Το λέγαμε πάντα, το έλεγα σε κάθε δημόσια παρέμβασή μου. Ο ιός είναι εδώ, κυκλοφορεί ανάμεσά μας και βέβαια προς διάψευση μιας διαδεδομένης αντίληψης η αύξηση των κρουσμάτων δεν οφείλεται τόσο στο άνοιγμα των συνόρων, τα οποία θέλω να πω ότι επιτηρούνται υποδειγματικά με επιστημονικά εργαλεία προηγμένων αλγορίθμων που πολύ λίγες χώρες έχουν υιοθετήσει ως τώρα. Θα πρέπει να το πούμε ότι η αύξηση των κρουσμάτων οφείλεται κυρίως στη χαλάρωση που σημειώθηκε απέναντι στα μέτρα συμμόρφωσης στο εσωτερικό της χώρας μας κατά το μήνα Ιούλιο. Και σε αυτό πιστεύω ότι έχουμε όλοι μια ευθύνη για αυτό. Μόλις το 10% των κρουσμάτων είναι εισαγόμενα, τα πιο πολλά κρούσματα αυτή τη στιγμή είναι εγχώρια.
Και αποδεικνύεται από τα στοιχεία τα οποία έχουμε στη διάθεσή μας, στοιχεία της πολιτικής προστασίας, του ΕΟΔΥ, από τις ιχνηλατήσεις που κάνουμε ότι σήμερα κοινωνικές εκδηλώσεις όπως γάμοι, βαφτίσια, γιορτές, χώροι διασκέδασης όπου συνωστίζεται κόσμος, μπαρ, νυχτερινά κέντρα, αλλά και συγκεκριμένες παραγωγικές δραστηριότητες που οφείλουν να τηρούν αυστηρά υγειονομικά μέτρα όπως η βιομηχανία τροφίμων, αποτελούν σήμερα σοβαρές εστίες μετάδοσης του ιού.
Και για αυτό και λαμβάνουμε νέα αυστηρότερα στοχευμένα μέτρα και πραγματοποιούμε πολλούς αυξημένους ελέγχους σε αυτούς τους χώρους για την προστασία της δημόσιας υγείας.
Δεν είναι, όμως, σήμερα ο αριθμός των κρουσμάτων ο μόνος κρίσιμος δείκτης που πρέπει να μας απασχολεί. Διότι ο Αύγουστος δεν είναι Μάρτιος. Και όσοι επιχειρούν αυτή τη σύγκριση νομίζω ότι υποτιμούν τη νοημοσύνη των πολιτών. Συχνά κάνουν αντιπολίτευση όχι σε εμάς στην Κυβέρνηση, αλλά στην ίδια τη χώρα. Το Μάρτιο είχαμε ένα εθνικό σύστημα υγείας με πολύ λίγες κλίνες ΜΕΘ, χωρίς επαρκή αριθμό αναπνευστήρων και υλικών, με μικρή δυνατότητα πραγματοποίησης διαγνωστικών τεστ, με έναν πληθυσμό, αλλά και μια ιατρική κοινότητα η οποία δεν είχε εκπαιδευθεί ακόμα στην αντιμετώπιση του ιού.
Και σήμερα όλα είναι τελείως διαφορετικά και ως προς τις δυνατότητες του εθνικού συστήματος υγείας να ανταποκριθεί σε έναν δυνητικό αυξημένο αριθμό κρουσμάτων και ως προς τη δυνατότητα της επιστημονικής κοινότητας να αντιμετωπίσει πιο αποτελεσματικά, έστω με τα μέσα που διαθέτει τα κρούσματα του κορονοϊού, αλλά βέβαια και με μια κοινωνία πιο ώριμη και πιο ενημερωμένη. Αλλά και με διαφορετικό τρόπο διάδοσης πια του ιού.
Το είπε εχθές και ο Σωτήρης στην ενημέρωσή του. Έχουμε πια μια διάδοση του ιού σε νεότερες ηλικίες, συχνά με πιο ασυμπτωματικούς φορείς. Ασυμπτωματικοί φορείς οι οποίοι όμως δεν είναι λιγότερο μεταδοτικοί. Και οι κρίσιμοι δείκτες που παρακολουθούμε, που είναι κυρίως η επιβάρυνση των κλινών Covid, των κλινών ΜΕΘ, τα νοσοκομεία, παραμένουν σε πολύ-πολύ χαμηλό ποσοστό του υφιστάμενου δυναμικού.
Αυτό είναι το καλό νέο. Αλλά για αυτό και πρέπει να κινηθούμε με μεγάλη ταχύτητα για να μη δούμε αυξημένες πιέσεις στο σύστημα υγείας.
Έχουμε βέβαια και σήμερα τη δυνατότητα να πραγματοποιούμε πολύ περισσότερα τεστ και να τα πραγματοποιούμε πολύ πιο στοχευμένα. Για αυτό και αποκαλύπτονται ενδεχομένως περισσότερα θετικά κρούσματα. Όλα αυτά όμως σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να είναι λόγος εφησυχασμού. Νομίζω ότι όλοι έχουμε κατανοήσει ότι σε αυτή τη μεγάλη κρίση η υγεία και η οικονομία δεν είναι δύο έννοιες που η μία αντιπαλεύει την άλλη. Δεν είμαστε ή με την υγεία ή με την οικονομία.
Για να έχουμε οικονομική ανάπτυξη πρέπει να έχουμε υγεία. Για να έχουμε ένα επαρκές σύστημα υγείας και ένα κοινωνικό δείκτη προστασίας πρέπει να έχουμε μία οικονομία η οποία να δίνει έσοδα να λειτουργεί προς όφελος του πολίτη και ένα κράτος το οποίο να επιτελεί το ρόλο του.
Για αυτό και θα το ξαναπώ. Η πιστή τήρηση των κανόνων γίνεται ακόμα πιο επιτακτική από εδώ και πέρα. Και σε αυτή την κρίσιμη καμπή ώστε να μην δούμε μέσα στον Αύγουστο μία νέα σημαντική αύξηση των κρουσμάτων η οποία θα προκαλέσει ευρεία διασπορά στην κοινότητα. Για να μην οδηγηθούμε σε ενδεχόμενα νέα περιοριστικά μέτρα που θα βλάψουν την οικονομία και την κοινωνία.
Οι επόμενες ημέρες θα είναι ημέρες χαλάρωσης για πολλούς συμπολίτες μας και για αυτό και οφείλουμε να δείξουμε ένα αυξημένο αίσθημα επαγρύπνησης, ένα αίσθημα ευθύνης, προστασίας των πιο ηλικιωμένων και των ευπαθών πληθυσμών.
Φοράμε όλοι, όλοι μάσκα σε κλειστούς, αλλά και σε ανοιχτούς χώρους όπου δεν γίνεται να τηρηθούν οι απαραίτητες αποστάσεις. Η μάσκα πρέπει να γίνει πια μόνιμος συνοδός μας, όπως είναι τα κλειδιά μας, τα γυαλιά μας, το κινητό μας.
Αποφεύγουμε μαζικές συναθροίσεις και τη διασκέδαση σε χώρους έντονου συγχρωτισμού.
Και βέβαια απορρίπτουμε τις θεωρίες συνομωσίας που καλούν σε απειθαρχία στα μέτρα που εισηγείται, όχι η πολιτεία, αλλά οι ειδικοί επιστήμονες για να προστατεύσουμε τελικά τη δημόσια υγεία όλων.
Και δεν υπάρχουν περιθώρια σε αυτή τη συγκυρία ούτε για μικρόψυχα σχόλια, ούτε ασφαλώς για αντιεπιστημονικές φήμες, ψεκασμένες με ψέματα, σκοταδιστικές απόψεις ότι τάχα δεν υπάρχει πρόβλημα, ότι η μάσκα δεν χρειάζεται.
Όλα αυτά αποτελούν οι ίδιες επικίνδυνες αρρώστιες. Δηλητηριάζουν την κοινωνία και σπέρνουν τον κίνδυνο και για αυτό και θα αντιμετωπιστούν ανάλογα από την πολιτεία και ποινικά όπου αυτό χρειάζεται.
Η ειλικρίνεια, η διαφάνεια, η εμπιστοσύνη στην επιστήμη αποτελούν αναγκαίους συμμάχους στη διαχείριση αυτής της δύσκολης κατάστασης για να προχωρήσουμε στην επόμενη φάση με όσο το δυνατόν λιγότερες απώλειες. Και αυτή τη μάχη τη δίνουμε και θα συνεχίσουμε να τη δίνουμε με συμμάχους την επιστήμη και την τεχνολογία.
Η κατάσταση που εξακολουθούμε να ζούμε είναι πρωτόγνωρη. Ποτέ άλλοτε η ατομική συμπεριφορά του καθενός μας δεν επηρεάζει σε τέτοιο βαθμό τη συλλογική πορεία της χώρας.
Η υπευθυνότητα που επιδείξαμε ως κοινωνία κατά την υποχρεωτική, οριζόντια στέρηση βασικών ελευθεριών μας προκειμένου να προασπίσουμε το ύψιστο αγαθό της υγείας και της ανθρώπινης ζωής δεν ήταν αυτονόητη. Όμως πετύχαμε να ανακόψουμε το πρώτο κύμα της πανδημίας. Και αυτή η νέα εμπιστοσύνη που χτίζεται καθημερινά μεταξύ των πολιτών και του κράτους, ούτε αυτή ήταν αυτονόητη. Είναι μία εμπιστοσύνη που κερδίζεται κάθε μέρα.
Και αυτή η νέα συλλογικότητα της ευθύνης είναι ένα δείγμα ωρίμανσης, τολμώ να πω συναισθηματικής και πολιτικής ενηλικίωσης της ίδιας της κοινωνίας και εν τέλει κοινωνικής προόδου. Είναι ένα σημαντικό κεκτημένο το οποίο δεν επιτρέπεται να απεμπολήσουμε, είναι το μόνο το οποίο μπορεί να μας μεταφέρει σε ένα καλύτερο και σε ένα ασφαλέστερο μέλλον.
Πρέπει με άλλα λόγια, και να κλείσω με αυτό, να ενεργοποιήσουμε και πάλι το εθνικό μας εμβόλιο, που δεν είναι άλλο από το φιλότιμό μας. Και όλοι μαζί να τηρήσουμε τα μέτρα τα οποία μας υποδεικνύουν οι ειδικοί και είμαι σίγουρος ότι εφόσον το κάνουμε, και θα το κάνουμε, γιατί το κάναμε και στην πρώτη φάση της πανδημίας, θα βγούμε νικητές και από αυτή τη δύσκολη μάχη».