Ειδήσεις
Ένωση Αγρινίου: Η ακτινογραφία της γεωργίας και της κτηνοτροφίας στην Αιτ/νία! (Πίνακες)
Η Αιτωλοακαρνανία καταρρίπτει το μύθο του «δεν παράγουμε, δεν καλλιεργούμε». Αναλυτικά στοιχεία για τις καλλιέργειες και τις ζωικές εκμεταλλεύσεις
Ο πρωτογενής τομέας ανέκαθεν ήταν …και παραμένει ο βασικός πυλώνας στήριξης της οικονομίας. Μπορεί τα διαρθρωτικά προβλήματα να είναι μεγάλα, μπορεί στην Αιτωλοακαρνανία να μην έχουμε καταφέρει να επιλύσουμε κυρίαρχα ζητήματα υποδομών για τον αγροτικό τομέα, μπορεί οι πολιτικές ευθέως να υπονομεύουν την ίδια την παραγωγική διαδικασία, οι Αιτωλοακαρνάνες γεωργοί και κτηνοτρόφοι, ωστόσο, κρατάνε Θερμοπύλες: Εργάζονται σκληρά και συχνότατα υπό πραγματικά αντίξοες συνθήκες, παράγουν, συμβάλλουν όσο κανένας άλλος κλάδος στο να κρατηθεί ζωντανή η τοπική οικονομία. Τα περιθώρια ανάπτυξης του χώρου είναι πολλά. Και η Ένωση Αγρινίου για αυτό εργάζεται. Και σ’ αυτά επενδύει. Το τι πρέπει να γίνει, είναι γνωστό και χιλιοειπωμένο. Οι διεκδικήσεις μας, άλλωστε, δεν έχουν μεταβληθεί -δυστυχώς- στο ελάχιστο, αφού, από τα μείζονα «πρέπει» δεν έχει γίνει το ελάχιστο! Έχει αξία, όμως, να γίνει συνείδηση το γεγονός ότι οι αγρότες επιμένουν. Και ο μύθος του «δεν καλλιεργούμε» καταρρίπτεται απ’ τους ίδιους τους αριθμούς: Από το σύνολο του 1.640.094 στρεμμάτων, ακαλλιέργητες εκτάσεις στην Αιτωλοακαρνανία είναι μόλις τα 29.616 στρέμματα. Που θα μπορούσαν και θα έπρεπε να καλλιεργηθούν και αυτά, το ποσοστό, όμως, σε αναλογία ποσοστού οι ακαλλιέργητες εκτάσεις είναι πολύ λίγες. Βέβαια, ένα τεράστιο ποσοστό αφορά στα βοσκοτόπια και σε καλλιέργειες υποστήριξης της κτηνοτροφίας (τριφύλλια, καλαμπόκια, βίκος κτλ), γεγονός που καταδεικνύει την πραγματικά τεράστια δυναμική του κλάδου της κτηνοτροφίας. Μην ξεχνάμε ότι η Αιτωλοακαρνανίαπρωταγωνιστεί στο χώρο και κατέχει το 10% του ζωικού κεφαλαίου όλης της Ελλάδας. Ειδικότερα για την αιγοπροβατοτροφία, μπορείτε να δείτε περισσότερα στοιχεία ΕΔΩ. Τα στοιχεία που ακολουθούν προέρχονται από το «Καλλιεργητικό Πλάνο» της Περιφέρειας και αποτυπώνουν την υφιστάμενη κατάσταση.
Τομέας Φυτικής Παραγωγής – Γεωργίας
Δήμος Αγρινίου
Στο Δήμο Αγρινίου οι καλλιέργειες που καταλαμβάνουν το μεγαλύτερο μέρος της καλλιεργούμενης έκτασης είναι: η ελιά (71.139,5 στρ.), το τριφύλλι (29.392,9 στρ.), ο αρδευόμενος αραβόσιτος (20.718,5 στρ.), ο βίκος (13.842,2 στρ.) και η βρώμη (12.935,4 στρ.). Ακολουθούν σε μικρότερες αλλά σημαντικές εκτάσεις οι καλλιέργειες: της πορτοκαλιάς (6.378,8 στρ.) της καρυδιάς (1.742,9 στρ.), του κριθαριού (797,6 στρ.), της μανταρινιάς (644,7 στρ.) και του σκληρού σιταριού (503,8 στρ.). Μικρές εκτάσεις καταγράφονται σε καλλιέργειες όπως: το αμπέλι, το σόργο, η ρίγανη, η μηδική, το σπαράγγι και η δαμασκηνιά (Βλέπε Πίνακα 1 & ∆ιάγραμμα 1).
Δήμος Ακτίου – Βόνιτσας
Στο Δήμο Ακτίου – Βόνιτσας οι καλλιέργειες που καταλαμβάνουν το μεγαλύτερο μέρος της καλλιεργούμενης έκτασης είναι: η βρώμη (15.699,2 στρ.), η ελιά (5.040,2 στρ.) και το τριφύλλι (3.538,4 στρ.). Ακολουθούν σε μικρότερες αλλά σημαντικές εκτάσεις οι καλλιέργειες: του σκληρού σιταριού (2.286,1 στρ.), του βίκου (1.926 στρ.), του κριθαριού (846,6 στρ.) και της καρυδιάς (718,3). Μικρές εκτάσεις καταγράφονται σε καλλιέργειες όπως: το αμπέλι, η πορτοκαλιά, η ρίγανη, το ρεβίθι, η φακή και η μανταρινιά (Βλέπε Πίνακα 2 & ∆ιάγραμμα 2).
Δήμος Αμφιλοχίας
Στο Δήμο Αμφιλοχίας οι καλλιέργειες που καταλαμβάνουν το μεγαλύτερο μέρος της καλλιεργούμενης έκτασης είναι: ο βίκος (43.985,8 στρ.), η ελιά (29.272,9 στρ.), η βρώμη (8.466,6 στρ.), το τριφύλλι (7.132,2 στρ.), το κριθάρι (3.346,4 στρ.) και ο αραβόσιτος (3.268,9 στρ.). Ακολουθούν σε μικρότερες αλλά σημαντικές εκτάσεις οι καλλιέργειες: της πορτοκαλιάς (651,7 στρ.), της καρυδιάς (550,6 στρ.). Μικρές εκτάσεις καταγράφονται σε καλλιέργειες όπως: το σκληρό σιτάρι, οι πρωτεϊνούχοι σπόροι, το αμπέλι, το σπαράγγι, η καστανιά, η μανταρινιά, ο καπνός και το μαλακό σιτάρι (Βλέπε Πίνακα 3 & ∆ιάγραμμα 3).
Δήμος Θέρμου
Στο Δήμο Θέρμου οι καλλιέργειες που καταλαμβάνουν το μεγαλύτερο μέρος της καλλιεργούμενης έκτασης είναι: η ελιά (6.655,8 στρ.), η βρώμη (3.492,9 στρ.) και ο βίκος (1.872,9 στρ.). Ακολουθούν σε μικρότερες αλλά σημαντικές εκτάσεις οι καλλιέργειες: του αραβόσιτου (993,4 στρ.), του σκληρού σιταριού (585,1 στρ.) και του τριφυλλιού (395,4 στρ.). Μικρές εκτάσεις καταγράφονται σε καλλιέργειες όπως: η πορτοκαλιά, η λεμονιά, η μηδική, το αμπέλι, η καρυδιά και το grape fruit (Βλέπε Πίνακα 4 & Διάγραμμα 4).
Δήμοι Ι.Π. Μεσολογγίου και Ναυπακτίας
Στους Δήμους Ι.Π. Μεσολογγίου και Ναυπακτίας οι καλλιέργειες που καταλαμβάνουν το μεγαλύτερο μέρος της καλλιεργούμενης έκτασης είναι: η ελιά (125.740 στρ.), ο αραβόσιτος (63.052 στρ.), η μηδική (62.587 στρ.), τα λοιπά σιτηρά (27.094 στρ.), το βαμβάκι (17.793 στρ.), τα εσπεριδοειδή (15.693 στρ.) και τα κηπευτικά μικρής διάρκειας (4.627 στρ.). Ακολουθούν σε μικρότερες αλλά σημαντικές εκτάσεις οι καλλιέργειες: του ρυζιού (9.422 στρ.), των διαφόρων ζωοτροφών (2.382 στρ.), του σκληρού σιταριού (2.033 στρ.) και του αμπελιού (1.157 στρ.). Μικρές εκτάσεις καταγράφονται σε καλλιέργειες όπως: η ροδιά και ο καπνός (Βλέπε Πίνακα 5 & ∆ιάγραμμα 5).
Δήμος Ξηρομέρου
Στο Δήμο Ξηρομέρου οι καλλιέργειες που καταλαμβάνουν το μεγαλύτερο μέρος της καλλιεργούμενης έκτασης είναι: η βρώμη (2.640,1 στρ.) και η ελιά (2.513,3 στρ.). Ακολουθούν σε μικρότερες αλλά σημαντικές εκτάσεις οι καλλιέργειες: του βίκου (939,2 στρ.), του τριφυλλιού (876,1 στρ.), του σκληρού σιταριού (765,1 στρ.) και του κριθαριού (588,3 στρ.). Μικρές εκτάσεις καταγράφονται σε καλλιέργειες όπως: ο αραβόσιτος, το σπαράγγι, η καρυδιά, το σόργο, το ρεβίθι, η φακή, το αμπέλι και η ρίγανη (Βλέπε Πίνακα 6 & ∆ιάγραμμα 6).
Τομέας Ζωικής Παραγωγής – Κτηνοτροφίας
Ο Νομός Αιτωλοακαρνανίας διαθέτει περίπου το 10% του ζωικού κεφαλαίου όλης της χώρας σε αιγοπρόβατα και το 6% αυτού σε βοοειδή, ενώ επίσης έντονα αναπτυγμένη είναι η χοιροτροφία.
Συγκεκριμένα, ο αριθμός των εκμεταλλεύσεων των βοοειδών φτάνει τις 1.800 περίπου με συνολικό ζωικό κεφάλαιο 70.000 ζώων. Χαρακτηριστικό της βοοτροφίας του Νομού είναι ότι όλες σχεδόν οι εκμεταλλεύσεις είναι κρεοπαραγωγικής κατεύθυνσης και η συντριπτική πλειοψηφία αυτών είναι αγελαίας μορφής (τα ζώα που εκτρέφονται είναι κυρίως εγχώρια αβελτίωτα με χαμηλές αποδόσεις σε κρέας και διατηρούνται στη λογική της είσπραξης των επιδοτήσεων, καθώς το κρέας που παράγεται δεν είναι ανταγωνιστικό στην αγορά και δεν προτιμάται από το καταναλωτικό κοινό). Υπάρχουν και κάποιες εκμεταλλεύσεις πάχυνσης βοοειδών – βελτιωμένες φυλές Σίμενταλ, Σιαρολαίζ, κ.λ.π. (εισάγονται σε μικρή ηλικία και εκτρέφονται μέχρι τη σφαγή τους) – κυρίως σε πεδινές περιοχές του Αγρινίου και της Κατοχής. Σημειώνεται ότι το μεγαλύτερο ποσοστό του κρέατος που καταναλώνεται στην Περιφέρεια εισάγεται ως κρέας από το εξωτερικό.
Οι εκμεταλλεύσεις των αιγοπροβάτων αγγίζουν τις 11.400 με συνολικό πληθυσμό ζωικού κεφαλαίου τα 1.280.000 ζώα περίπου, είναι μικτής παραγωγικής κατεύθυνσης και ημιενσταβλισμένες. Το χαρακτηριστικό αυτών των εκμεταλλεύσεων είναι ότι είναι συνήθως μικρές σε μέγεθος και στοχεύουν στην παραγωγή γάλακτος το οποίο οδηγείται προς τυροκόμιση από τα τυροκομεία της περιοχής και στο κρέας των αμνοεριφίων. Οι φυλές που κυριαρχούν είναι κυρίως η φυλή του Αγρινίου, η Φριζάρτα, η Καραγκούνικη και άλλες εγχώριες φυλές. Χαρακτηριστικό αυτών των φυλών είναι οι μέτριες σχετικά αποδόσεις, όσον αφορά τη γαλακτοπαραγωγή, το δείκτη πολυδυμίας και την κρεοπαραγωγική ικανότητα, αλλά ταυτόχρονα και η πολύ καλή προσαρμογή στις ιδιαιτερότητες της τοπογεωγραφίας της περιοχής και η παραγωγή ποιοτικών προϊόντων με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Τα τελευταία χρόνια υπάρχει η τάση εισαγωγής φυλών από το εξωτερικό, όπως η Ασάφ και η Λαγκόν, οι οποίες υπόσχονται καλύτερες αποδόσεις, αλλά δεν είναι καλά προσαρμοσμένες στα κλιματολογικά δεδομένα της περιοχής με αποτέλεσμα να υπάρχουν σημαντικά προβλήματα υγείας. Πολλοί κτηνοτρόφοι έχουν υποστεί μεγάλες ζημιές. Υπάρχουν και λίγες συστηματικές ενσταβλισμένες εκμεταλλεύσεις με στόχο κυρίως την παραγωγή γάλακτος.
Τέλος, οι περίπου 1200 χοιροτροφικές μονάδες, εξαιρώντας τις περίπου 40 ενσταβλισμένες μονάδες εντατικής εκτροφής, είναι – όπως και οι βοοτροφικές – αγελαίας μορφής με συνολικό ζωικό πληθυσμό περίπου 30.000 χοιρομητέρες.