Uncategorized
Ιάσονας Φωτήλας: Ανάγκη για στρατηγικό σχέδιο για την αναδιοργάνωση του τομέα των μεταμοσχεύσεων
Στη γνήσια αλτρουιστική πράξη της δωρεάς οργάνων αναφέρθηκε ο Ιάσονας Φωτήλας, βουλευτής ΝΔ Αχαΐας, κατά τη συζήτηση σχετικά με τα πεπραγμένα του Εθνικού Οργανισμού Μεταμοσχεύσεων στη Διαρκή Επιτροπή Κοινωνικών Υποθέσεων.
Ο κ. Φωτήλας διευκρίνισε τις διαφορετικές νομικές προσεγγίσεις που υπάρχουν ανά χώρα σχετικά με το θέμα. Επεσήμανε ότι χρειάζεται να δούμε ψύχραιμα το νομοθετικό πλαίσιο σε συνεργασία με όλους τους φορείς και την Εκκλησία και δίνοντας έμφαση στην ενημέρωση των πολιτών ώστε να αντιμετωπιστεί η καχυποψία των οικογενειών των εν δυνάμει δοτών. Παρά τις ελλείψεις στον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων προέχει η ύπαρξη στρατηγικού σχεδίου για την αναδιοργάνωση του τομέα. Καταλήγοντας ο κ. Φωτήλας τόνισε «Ας ενημερωθούμε λοιπόν όλοι, ας συζητήσουμε με την οικογένειά μας ένα τέτοιο ενδεχόμενο, χωρίς μεμψιμοιρίες και προκαταλήψεις, διότι η πιθανότητα να χρειαστούμε εμείς οι ίδιοι, κάποια στιγμή της ζωής μας, ένα μόσχευμα είναι ίση ίσως και μεγαλύτερη από την πιθανότητα να δωρίσουμε τα όργανα μας μετά θάνατον.»
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της ομιλίας:
Ευχαριστώ κύριε πρόεδρε,
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Όπως και η εθελοντική αιμοδοσία έτσι και η δωρεά οργάνων αποτελεί μια γνήσια αλτρουιστική πράξη.
Χαρίζει ζωή επιτρέποντας την αποκατάσταση των λειτουργιών του σώματος που βρίσκονται σε ανεπάρκεια, μέσω υγιών οργάνων, ιστών ή κυττάρων, από έναν εκλιπόντα ή ζωντανό δότη σε έναν χρονίως πάσχοντα ασθενή.
Υπάρχουν διαφορετικές νομικές προσεγγίσεις ανά χώρα σχετικά με το νομικό πλαίσιο της δωρεάς οργάνων. Ειδικότερα, στην Ισπανία, στο Βέλγιο, στην Αυστρία, στη Σουηδία, στην Κροατία και στην Τσεχία εφαρμόζεται η λύση της Αντίρρησης (opt out), δηλαδή απαιτείται η ρητή διαφωνία του δότη κατά τη διάρκεια της ζωής του αναφορικά με τη δωρεά των οργάνων του. Σε αντίθετη περίπτωση, θεωρείται ότι αυτός συναινεί (εικαζόμενη συναίνεση). Το μεγάλο πλεονέκτημα εδώ είναι η αισθητά μικρότερη λίστα αναμονής για μεταμοσχεύσεις.
Εκτός όμως από το μοντέλο της εικαζόμενης συναίνεσης, υπάρχει και αυτό της ρητής συναίνεσης (opt in) κατά τη διάρκεια του βίου μας, δηλαδή τη ρητή συμφωνία κάποιου, προκειμένου να δωρίσει τα όργανά του. Γνωστά παραδείγματα αυτής της τακτικής αποτελούν το Ηνωμένο Βασίλειο, οι Η.Π.Α. και μέχρι πρότινος και η χώρα μας με τον νόμο 2737/99.
Είμαστε δηλαδή όλοι εν δυνάμει δότες, εφόσον δεν έχουμε κάνει αρνητική δήλωση. Επιπροσθέτως όμως, απαιτείται και η συναίνεση της οικογένειάς μας προκειμένου να θεωρηθούμε δότες οργάνων στην πράξη.
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, υπάρχουν τέσσερις (4) βασικές κοινοτικές Οδηγίες που δημιουργούν ένα νομικό πλαίσιο με κοινούς κανόνες για την δωρεά οργάνων, σε πιο πρακτικό επίπεδο όμως θεμελιώδης θεωρείται η Σύμβαση για την Προστασία των Ανθρώπινων Δικαιωμάτων και της Αξιοπρέπειας του Ανθρώπου.
Το πρώτο νομοθετικό πλαίσιο στη χώρα μας δημιουργήθηκε το έτος 1978. Ο νόμος όμως 2737/99 προώθησε τη λύση της ρητής συναίνεσης (opt in), με αποτέλεσμα η δωρεά οργάνων να βρίσκεται σε πολύ χαμηλά επίπεδα, καθώς οι συγγενείς πολύ δύσκολα έπαιρναν την απόφαση να δωρίσουν τα όργανα του αγαπημένου τους προσώπου.
Ριζική αναδιάρθρωση στον τρόπο αντιμετώπισης της δωρεάς οργάνων έφερε ο νόμος 3984/2011. Με αυτόν καθιερώθηκε η εικαζόμενη συναίνεση για όλους τους πολίτες της χώρας, καθιστώντας μας, αυτομάτως, εν δυνάμει δότες (opt out).
Δηλαδή αν κάποιος δεν δηλώσει ρητά την αντίθεσή του στο να γίνει δότης οργάνων, θεωρείται ότι έχει συναινέσει.
Γνωρίζω τις ενστάσεις των συγγενών των εκλιπόντων που είτε λόγω έλλειψης ενημέρωσης είτε λόγω του έντονου πόνου που βιώνουν αρνούνταν να δώσουν τα όργανα των εν δυνάμει δοτών. Αυτό οδήγησε και στη διευκρινιστική διάταξη στον νόμο 4075/2012, άρθρο 55 παρ. 4, και συγκεκριμένα στην προσθήκη της φράσης «και κατόπιν συναίνεσης της οικογένειάς του».
Ουσιαστικά δηλαδή απαιτείται και η συναίνεση της οικογένειας προκειμένου να θεωρηθούμε δότες οργάνων στην πράξη.
Έτσι όμως πάλι η χώρα μας έχει τη χειρότερη επίδοση στον τομέα των μεταμοσχεύσεων ειδικά για το έτος 2015. Μόλις 3,5 δότες ανά εκατομμύριο πληθυσμού όταν η Κροατία έχει καταφέρει μέσα σε λίγα χρόνια να φθάσει τα ποσοστά της Ισπανίας (35 δότες ανά εκατομμύριο πληθυσμού) και σχεδόν να μηδενίσει τις λίστες αναμονής, ενώ και ο μέσος όρος της Ευρώπης είναι 18 δότες ανά εκατομμύριο!
Δηλαδή, ενώ ο ασθενής που περιμένει μόσχευμα στην Κροατία θα έχει μία μέση αναμονή περίπου 6 μήνες, στην Ελλάδα θα πρέπει να περιμένει 7-8 χρόνια. Εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς πού καταλήγουν οι περισσότερες περιπτώσεις μετά από αναμονή τόσων ετών… Χρειάζεται λοιπόν να δούμε πιο ψύχραιμα ίσως το νομοθετικό πλαίσιο, σε συνεργασία με όλους τους φορείς και την Εκκλησία.
Τι πρέπει όμως πρακτικά να αλλάξει για να επιτύχουμε υψηλότερο ποσοστό μεταμοσχεύσεων; Πρέπει κατά βάση να δώσουμε έμφαση στην ενημέρωση των πολιτών και των αρμόδιων φορέων αλλά και στην αντιμετώπιση της καχυποψίας των οικογενειών των εν δυνάμει δοτών.
Ίσως είναι αποτέλεσμα του φόβου για εμπορία οργάνων διότι η έλλειψη μοσχευμάτων δημιουργεί τον κίνδυνο της εμπορευματοποίησης και εκμετάλλευσης φτωχών ανθρώπων.
Χαρακτηριστική περίπτωση αποτελεί ο «τουρισμός μεταμόσχευσης» με ταξίδια στην Ινδία και σε άλλες περιοχές της Ν.Α. Ασίας για να αγοράσουν όργανα από φτωχούς δότες.
Στις ανεπτυγμένες όμως χώρες οι περιπτώσεις αυτές είναι ελαχιστοποιημένες και οι όποιες αντιδράσεις εγείρονται στην ελληνική κοινωνία είναι νομίζω υπερβολικές και συνέπεια μιας νοοτροπίας στην οποία λανθάνει η κοινωνική προκατάληψη.
Εμείς στη ΝΔ, βιώσαμε πέρσι τέτοια εποχή την τραγική απώλεια ενός στελέχους μας (της Μένης Λυσσαρίδου) που οι γονείς της, παρά τον άφατο πόνο τους, βρήκαν το κουράγιο να δωρίσουν τα όργανά της και να δώσουν έτσι ζωή σε άλλους ανθρώπους.
Δια του προέδρου μας Κυριάκου Μητσοτάκη δηλώσαμε τότε την πρόθεσή μας να θεωρούμαστε εν δυνάμει όλοι – όπως είπα ότι συμβαίνει στην Ισπανία και σε άλλες χώρες της Ευρώπης – δότες οργάνων και με την προϋπόθεση φυσικά να το δηλώσουν εγγράφως όσοι επιθυμούν να μην είναι.
Έτσι θα αποκτήσει συγκεκριμένο νόημα η αγάπη μας για τον συνάνθρωπό μας.
Σίγουρα πρόκειται για ένα σοβαρό ζήτημα και υπάρχουν πολλές ενστάσεις, τις οποίες πρέπει να συζητήσουμε ώστε να μπορέσουμε να καταλήξουμε στην καλύτερη λύση προς όφελος και των δοτών και των πιστεύω μας ως Έλληνες.
Οι Μονάδες Εντατικής Θεραπείας για παράδειγμα – που αποτελούν το βασικό κρίκο των διαδικασιών μεταμόσχευσης – δεν συμμετέχουν και δεν ενημερώνουν επαρκώς ούτε τους ασθενείς τους και την οικογένεια αυτών ούτε και τους αρμόδιους φορείς, όπως τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (Ε.Ο.Μ) για πιθανή διαθεσιμότητα οργάνων.
Ο Ε.Ο.Μ. κάνει κατά καιρούς προσπάθειες προσέγγισης των Μ.Ε.Θ. αλλά σε ορισμένες περιόδους (2011-2012) καταφέρνει να συνεργαστεί μαζί τους, με ιδιαίτερα ενθαρρυντικά αποτελέσματα, υπάρχουν άλλες περίοδοι, όπως η 3ετία 2012-2015, όπου τα αποτελέσματα είναι καταφανώς αρνητικά.
Για το 2016 τα στοιχεία δείχνουν αύξηση άνω του 35% για το πρώτο εξάμηνο και θέλουμε να μάθουμε τα στοιχεία για όλο το 2016.
Σε κάθε περίπτωση είναι πολύ θετικό το γεγονός που οφείλεται πρωταρχικά στην βελτίωση της ενημέρωσης, όπως επίσης θετική είναι και η αύξηση της χρηματοδότησης, από 180.000 € το 2015 σε 470.000 € το 2016 παρά τις δεδομένες ελλείψεις που υπάρχουν σε γιατρούς και νοσηλευτές και Μονάδες Εντατικής Θεραπείας.
Ειδικά για το Ιπποκράτειο της Θεσσαλονίκης που αποτελεί και το ίδρυμα με τις περισσότερες μεταμοσχεύσεις, η απουσία απομονωμένων κλινών εντατικής θεραπείας, έχει ως συνέπεια οι λήπτες να αναπτύσσουν λοιμώξεις και μεγάλος αριθμός εξ αυτών να αποβιώνει μετά την μεταμόσχευση ήπατος. Ανάλογα παράπονα υπάρχουν και από τους νεφροπαθείς.
Επιμένω όμως ότι παρά τις μεγάλες ελλείψεις – που κι εμείς στη ΝΔ έχουμε επισημάνει – προέχει η ενημέρωση και προφανώς η ύπαρξη ενός στρατηγικού σχεδίου για την αναδιοργάνωση του τομέα των μεταμοσχεύσεων που εδώ σημαντικό ρόλο μπορεί να έχει και η βοήθεια της Εκκλησίας.
Θέλω να ξανατονίσω τέλος ότι σε αυτά τα θέματα δεν χωρούν μικροκομματικές αντιπαραθέσεις και δεν πρόκειται ως ΝΔ να το κάνουμε.
Ας ενημερωθούμε λοιπόν όλοι, ας συζητήσουμε με την οικογένειά μας ένα τέτοιο ενδεχόμενο, χωρίς μεμψιμοιρίες και προκαταλήψεις, διότι η πιθανότητα να χρειαστούμε εμείς οι ίδιοι, κάποια στιγμή της ζωής μας, ένα μόσχευμα είναι ίση ίσως και μεγαλύτερη από την πιθανότητα να δωρίσουμε τα όργανα μας μετά θάνατον.