Media-Lifestyle
Η ιστορία του «Ριζοσπάστη» μέσα στον χρόνο
Ήταν 26 Σεπτεμβρίου 1974. Η χώρα ζούσε σε ρυθμούς μεταπολίτευσης μετά την 7ετή Χούντα των συνταγματαρχών και είχαν ήδη αφιχθεί εν Ελλάδι ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και ο Ανδρέας Παπανδρέου, ιδρύοντας νέα κόμματα: τη Νέα Δημοκρατία (αντί της ΕΡΕ) και το ΠΑ.ΣΟ.Κ. που φιλοδοξούσε, και πέτυχε εντέλει, να λάβει τη θέση της Ένωσης Κέντρου.
Από τις 22 Αυγούστου είχε επιστρέψει στην Ελλάδα και ο Χαρίλαος Φλωράκης, πρώτος γραμματέας της Κ.Ε. του Κ.Κ.Ε. και τέσσερις μέρες αργότερα έδωσε συνέντευξη Τύπου στα γραφεία της «Νέας Ελλάδας», της εφημερίδας που εξέδιδε νόμιμα το Κ.Κ.Ε. μετά τη μεταπολίτευση, τον Ιούλη του ’74.
Και το Κ.Κ.Ε. που ήταν… παράνομο επί σειρά ετών; Έλαβε, για πρώτη φορά τη νομιμότητα. Απόρροια τούτου ήταν να κυκλοφορήσει το πρώτο νόμιμο φύλλο της εφημερίδας «Ριζοσπάστης», έπειτα από 25 χρόνια απαγόρευσης. Και μιλάμε για μια εφημερίδα που πρωτοκυκλοφόρησε στη χώρα μας στις 9 Φεβρουαρίου του 1908 (!) και, αργότερα, έγινε επίσημο όργανο του κόμματος. Αρχικώς του ΣΕΚΕ και κατόπιν του Κ.Κ.Ε.
Το ξεκίνημα
Ο «Ριζοσπάστης» πρωτοκυκλοφόρησε στην Αθήνα, στις 9 του Φλεβάρη του 1908 από τον Γεώργιο Φιλάρετο. Νωρίτερα είχαν κυκλοφορήσει δύο άλλες εφημερίδες με τον ίδιο τίτλο. Σύμφωνα με τον Κώστα Μάγερ, η μία με τον τίτλο «Ριζοσπάστης» κυκλοφόρησε στην Κέρκυρα από τις 4 του Απρίλη έως τις 16 του Μάη του 1850. Η άλλη με τον τίτλο «Αληθής Ριζοσπάστης» κυκλοφόρησε στην Κεφαλονιά από τις 14 του Σεπτέμβρη του 1862 έως τις 23 του Αυγούστου του 1863.
Ο «Ριζοσπάστης» του Φιλάρετου ήταν εβδομαδιαίος, κυκλοφορούσε κάθε Σάββατο και κάτω από τον τίτλο έφερε τον υπότιτλο «Εφημερίς εθνική, πολιτική και κοινωνική».
Στους αριστερούς – δημοκρατικούς κύκλους της εποχής, τουλάχιστον αρχικά, ο «Ριζοσπάστης» του Φιλάρετου δεν έκανε καθόλου καλή εντύπωση. Ιδιαίτερα σκληρός απέναντί του ήταν ο «Νουμάς» που συσπείρωνε στις τάξεις του δημοτικιστές, σοσιαλιστές και δημοκρατικούς αστούς.
Ο «Ριζοσπάστης» του Φιλάρετου έπαψε να εκδίδεται το Μάρτιο του 1911, αλλά με το κίνημα του Ελευθερίου Βενιζέλου άρχισε να ξαναεκδίδεται στη Θεσσαλονίκη με τον υπότιτλο «Πολιτική Εφημερίς», κάθε Τετάρτη και Κυριακή, από τον Γεώργιο Πετσόπουλο. Το πρώτο φύλλο βγήκε στις 12 Ιουνίου 1916. Ο «Ριζοσπάστης» του Πετσόπουλου ήταν ένα καθαρά φιλελεύθερο έντυπο, βενιζελικό, αντιμοναρχικό και με μπόλικο αστικό πατριωτισμό.
Στην Αθήνα, με εκδότη και διευθυντή τον Πετσόπουλο ο «Ριζοσπάστης» άρχισε να εκδίδεται στις 23 Ιουλίου 1917. Για να γίνει κατορθωτή η έκδοση στην πρωτεύουσα ο Πετσόπουλος είχε ζητήσει από τον Φιλάρετο, που ήταν ιδιοκτήτης του τίτλου, να του παραχωρήσει την ιδιοκτησία και να εκδίδουν μαζί την εφημερίδα. Η απάντηση του Φιλάρετου δημοσιεύτηκε στο πρώτο – εν Αθήναις επανεκδοθέν – φύλλο και ήταν με δυο λόγια η εξής: δινόταν το δικαίωμα της έκδοσης της εφημερίδας με τον τίτλο «Ριζοσπάστης» αλλά ο Φιλάρετος δεν επιθυμούσε να μην έχει καμία ευθύνη ή συμμετοχή στην έκδοση. Εξέφραζε όμως την ευχή και την επιθυμία, σε αντάλλαγμα της συναίνεσής του, η γλώσσα της εφημερίδας να είναι η καθαρεύουσα. Η απάντηση του Πετσόπουλου, κάτω από την επιστολή του Φιλάρετου, δόθηκε στο ίδιο φύλλο: «Ερωτώμεν τον σεβαστόν φίλον και πατέρα της εν Ελλάδι δημοκρατικής κινήσεως: Δεν είνε επίσης δημοκρατικόν, άμα αγωνίζεται κανείς διά τον λαόν να ζητή και την επικράτησιν της δημοτικής γλώσσης;».
Από το «Εφημερίς Σοσιαλιστική» στο «Οργανο της ΚΕ του Κομμουνιστικού Κόμματος»
Ο επανεκδοθείς, στην Αθήνα, «Ριζοσπάστης» ήταν πρωινή ημερήσια εφημερίδα και αυτοπροσδιοριζόταν ως «Εφημερίς Δημοκρατικών Αρχών». Την πρώτη περίοδο (1917-18) από τις σελίδες της προβαλλόταν ένα κράμα φιλελεύθερων δημοκρατικών, προοδευτικών – μεταρρυθμιστικών και σοσιαλιστικών ιδεών. Ωστόσο ο κόσμος άλλαζε και η Ρωσική Επανάσταση εξαπλώθηκε… παντού με αποτέλεσμα ο Πετσόπουλος να το υποστηρίξει. Ετσι, η εφημερίδα – και υπό την επίδραση της ίδρυσης του ΣΕΚΕ το Νοέμβρη του 1918 – άρχισε να πραγματοποιεί αριστερή- επαναστατική στροφή και σιγά σιγά να κατακτά τα χαρακτηριστικά ενός εργατικού εντύπου.
Η αποφασιστική στροφή στο «Ριζοσπάστη» γίνεται στις 15 Σεπτεμβρίου 1919, όταν κάτω από τον τίτλο μπαίνει ο υπότιτλος «Εφημερίς Σοσιαλιστική». Νωρίτερα, το Μάη του ’19, το Α’ Συνέδριο του ΣΕΚΕ αποφάσισε να δεχτεί την ένταξη του Πετσόπουλου στο Κόμμα. Ενα χρόνο αργότερα το Β’ Συνέδριο του Κόμματος αποφάσισε «ο «Ριζοσπάστης» να τεθή υπό τον έλεγχον της ΚΕ εξασκούμενον τακτικώς εις την πολιτικήν του φύλλου. Εν τω μεταξύ η ΚΕ εντέλλεται να φροντίση οπωσδήποτε διά την εξασφάλισιν ιδιοκτήτου καθημερινού κεντρικού οργάνου του Κόμματος, μη αποκλειομένης της περιπτώσεως να είναι τούτο ο «Ριζοσπάστης»».
Αντιπρόσωπος του Κόμματος στο «Ριζοσπάστη» ορίστηκε ο Γεώργιος Κορδάτος, μέλος, τότε, της ΚΕ . Επίσης, από τις 2 του Ιούνη 1920, αριστερά και δεξιά του υπότιτλου «Εφημερίς Σοσιαλιστική» εκτεινόταν η φράση «Υπό τον Πολιτικόν Ελεγχον της ΚΕ του Σοσιαλιστικού Κόμματος Ελλάδος». Ο κύκλος αυτός θα κλείσει οριστικά τον Ιούλη του 1921, όταν ο Πετσόπουλος θα παραδώσει άνευ όρων την ιδιοκτησία του «Ριζοσπάστη» στο ΣΕΚΕ.
Από την 1η του Αυγούστου 1921 ο «Ριζοσπάστης» θα εκδίδεται ως «Επίσημον Οργανον του Σοσιαλιστικού Εργατικού (Κομμουνιστικού) Κόμματος και της Γενικής Συνομοσπονδίας των Εργατών της Ελλάδος».
Το Γ’ Εκτακτο Συνέδριο του κόμματος μετονόμασε το ΣΕΚΕ σε ΚΚΕ και ο «Ρ» κυκλοφόρησε με τον υπότιτλο «Οργανο της ΚΕ του Κομμουνιστικού Κόμματος» στις 24 του Αυγούστου του 1926, μετά την πτώση της παγκαλικής δικτατορίας.
Τον του Ιούλη 1920 και επ’ αφορμή τη δολοφονική απόπειρα στη Λιόν κατά του Βενιζέλου, ο «Ριζοσπάστης» δέχτηκε μία από τις πιο βάρβαρες επιθέσεις στα γραφεία του από βενιζελικούς και η κυκλοφορία του διακόπηκε για επτά μέρες. Στα χρόνια της Μικρασιατικής Εκστρατείας, η εφημερίδα αναπτύσσει αντιπολεμική εκστρατεία. Κατόπιν, η περίοδος του Πλαστήρα με τη λογοκρισία και τις συνεχείς παρεμβάσεις δεν του άφηναν καθόλου ύλη. Στήλες, αλλά και ολόκληρες σελίδες σβήνονταν.
Το λουκέτο και ο Μεταξάς
Η Παγκαλική δικτατορία έκλεισε τον «Ρ», ο οποίος ξαναβγήκε μετά την πτώση της, τον Αύγουστο 1926 ενώ το 1931, γνώρισε νέες διώξεις. Η κυβέρνηση για ν’ ανακόψει την άνοδο του απεργιακού και επαναστατικού κινήματος ψήφισε το «Ιδιώνυμο», πληθαίνουν οι συλλήψεις, οι φυλακίσεις, οι εξορίες των αγωνιστών. Στις 31 Αυγούστου του 1931 ο «Ριζοσπάστης» παύτηκε με δικαστική απόφαση και με το πρόσχημα της παραβίασης του νόμου περί Τύπου και ως τον Μάρτη του 1934 κυκλοφορούσε υπό τον τίτλο «Νέος Ριζοσπάστης».
Ο «Ρ» είναι παρών στα αιματηρά γεγονότα της Θεσσαλονίκης το Μάη του ’36, ξεσκεπάζει τα σχέδια του Ιωάννη Μεταξά για δικτατορία, προειδοποιεί και προετοιμάζει για τον κίνδυνο, καλεί σε αντίσταση αλλά το καθεστώς της 4ης Αυγούστου καθιστά την εφημερίδα… παράνομη» και έτσι συνέχισε την έκδοσή του σ’ όλη την τετραετία του μεταξικού καθεστώτος.
Ξεχωριστό και αξεπέραστο κεφάλαιο στην ιστορία του «Ριζοσπάστη» είναι η έκδοσή του στα χρόνια της τριπλής φασιστικής κατοχής, αλλά και γενικότερα η έκδοσή του καθ’ όλη τη δεκαετία του ’40, με τον Δεκέμβρη του ’44, την τρίχρονη νόμιμη έκδοση και την παράνομη έκδοσή του την περίοδο του εμφυλίου πολέμου.
Σ’ ένα σημείωμά του προς το ιστορικό τμήμα του της ΚΕ του ΚΚΕ, γραμμένο μάλλον τη δεκαετία του ’60, με πληροφορίες γύρω από την ιστορία του «Ριζοσπάστη», ο Λ. Στρίγκος έγραφε μεταξύ άλλων: «Ο «Ριζοσπάστης» κατά την κατοχή έβγαινε στην αρχή μια φορά την εβδομάδα στην Αθήνα. Αργότερα – από τα μέσα του Μάη 1944 – έβγαινε και στην Ελεύθερη Ελλάδα και στην Αθήνα με τον ίδιο τίτλο: «Ριζοσπάστης» σαν όργανο της ΚΕ του ΚΚΕ. Η έκδοση της Αθήνας είχε αριστερά του τίτλου τη διευκρίνιση: Εκδοση Αθήνας. Είχε άλλο αριθμό φύλλου και διέφερε στην ύλη. Αρχισυντάκτης του «Ριζοσπάστη» – Εκδοση Αθήνας ήταν η Διδώ Σωτηρίου. Τους τελευταίους μήνες της κατοχής ο «Ριζοσπάστης» – Εκδοση Αθήνας έβγαινε κάθε μέρα σε 50.000 – 60.000 αντίτυπα. Για το «Ριζοσπάστη» και τα άλλα αντιστασιακά έντυπα η Κομματική Οργάνωση Αθήνας διέθετε 24 παράνομα τυπογραφεία».
Οι πληροφορίες αυτές αν και κρίνονται πολύ σημαντικές δεν είναι ακριβείς ως προς το σημείο που αφορούν την περιοδικότητα με την οποία εκδίδονταν τα φύλλα του «Ριζοσπάστη» στην κατοχή είτε επρόκειτο για την κανονική έκδοση είτε για την έκδοση της Αθήνας. Ο «Ρ» της Κατοχής (κανονική έκδοση) έβγαινε ανά 10 με 15 ημέρες (στις αρχές το διάστημα αυτό ήταν μάλλον μεγαλύτερο) εκτός από τις περιπτώσεις εκείνες όπου μεσολαβούσε έκτακτη έκδοση φύλλου οπότε τα χρονικά διαστήματα μεταξύ δύο φύλλων ήταν πολύ πιο μικρά.
Δεκεμβριανά, Χίτες, τρομοκρατία και κλείσιμο
Ως απαρχή των Δεκεμβριανών θεωρείται η Ματωμένη Κυριακή της 3ης Δεκεμβρίου 1944, ημέρα όπου ματοκυλίστηκε η ειρηνική διαδήλωση του λαού της Αθήνας από τα όργανα της ντόπιας ολιγαρχίας με τη βοήθεια και την καθοδήγηση των Εγγλέζων. Ως αυτή τη μέρα ο «Ριζοσπάστης» κυκλοφορούσε κανονικά δισέλιδος. Με την έναρξη όμως των πολεμικών συγκρούσεων η έκδοσή του αποκτά κι αυτή πολεμικό χαρακτήρα. Το σχήμα του μικραίνει, η ύλη του περιορίζεται στα πλέον απαραίτητα για τον αγώνα και από δισέλιδος γίνεται μονοσέλιδος προφανώς για να τοιχοκολλείται.
Η αντίσταση του λαού της Αθήνας και του Πειραιά κράτησε ως τη νύχτα 4 προς 5 Ιανουαρίου του 1945. Με τη σύμπτυξη των δυνάμεων του ΕΛΑΣ έξω από την Αθήνα ο «Ριζοσπάστης» συνέχισε την έκδοσή του στα Τρίκαλα, όπου μεταφέρθηκε η έδρα της ηγεσίας του ΚΚΕ και του ΕΑΜ. Ξαναεκδόθηκε στην Αθήνα παράνομα το διάστημα που διεξάγονταν οι διαπραγματεύσεις στη Βάρκιζα και νόμιμα μετά την υπογραφή της ομώνυμης συμφωνίας.
Από τις 15 Φεβρουαρίου 1945, όταν έχει υπογραφεί, πλέον, η συμφωνία της Βάρκιζας αρχίζει να τυπώνεται και πάλι στην Αθήνα μέσα σε συνθήκες τρομερά δύσκολες. Ενοπλες συμμορίες Χιτών, ταγματασφαλιτών και κάθε λογής δωσιλόγων, που απειλούν και τρομοκρατούν καθημερινά τον αθηναϊκό λαό, δεμ διστάζουν, συχνά – πυκνά να κάνουν επιδρομές στα γραφεία του «Ρ», να προβαίνουν σε βανδαλισμούς, να απειλούν, να τρομοκρατούν, να κακοποιούν ακόμη και να δολοφονούν το προσωπικό της εφημερίδας αλλά και τους απλούς αναγνώστες της που πληρώνουν ακριβό τίμημα επειδή τη διαβάζουν.
Το αποτέλεσμα είναι η κυκλοφορία του «Ριζοσπάστη» να γίνει προβληματική όχι μόνο στην επαρχία, στις πόλεις και στις κωμοπόλεις, όχι μόνο στα χωριά της υπαίθρου αλλά ακόμη και στο κέντρο της Αθήνας. Και στο τέλος, με το ψήφισμα του Θεμιστοκλή Σοφούλη, έκλεισε (μαζί με την εφημερίδα «Ελεύθερη Ελλάδα»), για τέταρτη φορά στην ιστορία του
Αλλά και οι άλλες διώξεις που είχε υποστεί πριν τον κλείσουν δεν ήταν μικρές. Τουλάχιστον 300 δίκες αντιμετώπισαν οι υπεύθυνοί του.
Μετά τις καλοκαιρινές διώξεις του 1947 η οριστική παύση της κυκλοφορίας του «Ρ» ήταν ζήτημα χρόνου. Το τελικό – τυπικό χτύπημα στην εφημερίδα του ΚΚΕ δόθηκε στις 18 Οκτώβρη του 1947, όταν η Ασφάλεια με ισχυρές δυνάμεις κατέλαβε τα γραφεία της και κατέσχεσε την περιουσία της υλοποιώντας υπ’ αριθμόν 3219 βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών περί οριστικής παύσης της κυκλοφορίας της.
Το πρώτο παράνομο φύλλο
Ένα, περίπου, μήνα αργότερα, στις 12 Νοέμβρη 1947, κυκλοφόρησε το πρώτο παράνομο φύλλο του «Ρ», όπου σε σχετικό άρθρο, στην πρώτη σελίδα, διαβάζουμε: «Ο Ριζοσπάστης για μια ακόμα φορά στην τριαντάχρονη ηρωική ιστορία του, αναγκάζεται να βγει παράνομος. Τρία χρόνια ύστερα από την απελευθέρωση της χώρας από τη χιτλερική κατοχή η Κυβέρνηση Σοφούλη – Τσαλδάρη δεν μπορούσε να ανεχθεί τον αμείλιχτο δημόσιο έλεγχο από τις στήλες των αριστερών εφημερίδων. Το εγκληματικό αντεθνικό καθεστώς της δεν αντέχει σε τέτοιου είδους πολυτέλειες κι ακολουθώντας τα χνάρια της δικτατορίας και τις γκεστάπο τις απαγορεύει. Γελιέται αν νομίζει πως θα βρει την ησυχία της. Ο Ριζοσπάστης συνεχίζοντας τις ηρωικότερες παραδόσεις του, μα ιδιαίτερα τις παραδόσεις της πρώτης, χιτλερικής, κατοχής συνεχίζει την έκδοσή του παράνομα μέσα στο καθεστώς της αμερικανοκρατίας, πιστός στις υποχρεώσεις του να φωτίζει και να καθοδηγεί το μεγάλο αγώνα του λαού μας για την επιβίωση και την ανεξαρτησία του».
Η παράνομη έκδοση του «Ρ»» έγινε πυκνή – και σε κανονικά, σχεδόν, χρονικά διαστήματα – στα χρόνια της Χούντας. Το πρώτο αντιδικτατορικό φύλλο του «Ρ» βγήκε το Μάρτη του 1968 και, κατά κανόνα, κυκλοφορούσε κάθε μήνα, στην αρχή πολυγραφημένος και στη συνέχεια τυπωμένος σε τυπογραφείο, πολλές φορές δισέλιδος, και σε μικρό σχήμα. Παρ’ όλες όμως τις δυσκολίες έκδοσής του κατάφερε να γίνει αναντικατάστατο όπλο αντιδικτατορικής πάλης στα χέρια των κομμουνιστών και των λαϊν αγωνιστών που τον διάβαζαν: μέσα στη δικτατορία βγήκαν αριθμημένα συνολικά 67 φύλλα και δύο έκτακτες εκδόσεις χωρίς προσθετική στα υπόλοιπα αρίθμηση.
Η νομιμοποίηση
Νόμιμα η εφημερίδα του ΚΚΕ επανακυκλοφόρησε στις 25 Σεπτεμβρίου 1974, σαν σήμερα. «Το Πολιτικό Γραφείο αποφάσισε να βγει αμέσως εφημερίδα. Η ταυτότητά μου γράφει δημοσιογράφος, αλλά μέχρι τότε η σχέση μου ήταν με τον παράνομο Τύπο. Μου είπαν “πάρε τον Βασίλη τον Εφραιμίδη και αρχίστε. Πάρε και τον Γιάννη τον Παλαβό”. Δεν είχαμε να σταθούμε πουθενά. Μας είπαν θα βοηθήσει κι ένας Παπαστεργιόπουλος Ηλίας, δικηγόρος» θυμόταν ο Ζήνωνας Ζορζοβίλης. «Στο γραφείο του φωνάξαμε και τους ειδικούς, τον Θεμιστοκλή τον Υψηλάντη. Το πρώτο ήταν ο τίτλος. Κάλεσα τον Γιώργο τον Φαρσακίδη, να βγάλει τον τίτλο, γιατί δεν πήγαμε να βγάλουμε κατ’ ευθείαν τον «Ριζοσπάστη», καθώς το Κόμμα ήταν ακόμα στην παρανομία και δεν ξέραμε πότε θα νομιμοποιηθεί… βγήκαμε με τίτλο «Νέα Ελλάδα»».
Ο «Ρ» κυκλοφόρησε ως «Νέα Ελλάδα» στις 24 του Σεπτέμβρη 1974 τίτλο «Νόμιμο το ΚΚΕ» και την είδηση «καταργείται ο νόμος 509 του 1947 και επαναλειτουργούν τα κόμματα». Και, ένα 24ωρο αργότερα, ξανακυκλοφορεί ο «Ριζοσπάστης».
Το χαιρετιστήριο της ΚΕ του ΚΚΕ, που δημοσιεύτηκε στο πρώτο νόμιμο φύλλο του «Ριζοσπάστη», άρχιζε ως εξής: «Επειτα από 27 χρόνια συνεχούς παρανομίας, το ΚΚΕ κατακτά τη νομιμότητα. Είκοσι επτά χρόνια το ΚΚΕ, η ύπαρξή του, η δράση του, θεωρούνταν απ’ το επίσημο κράτος με ειδικό νόμο, το νόμο 509, έγκλημα. Χιλιάδες είναι τα μέλη και στελέχη του, οι οπαδοί του, που τα χρόνια αυτά συνελήφθησαν, βασανίστηκαν, εκτοπίστηκαν, φυλακίστηκαν και πολλοί εκτελέστηκαν με βάση το νόμο αυτό. Στρέφουμε ιδιαίτερα αυτή τη στιγμή τη σκέψη μας στους χιλιάδες ήρωες, οπαδούς, μέλη και στελέχη του ΚΚΕ, που έδωσαν τα πάντα, έδωσαν τη ζωή τους στους αγώνες για ένα καλύτερο μέλλον της πατρίδας μας».
Η πτώση της ΕΣΣΔ και η καταστροφή του Περισσού
Από τότε που επανακυκλοφόρησε, το κορυφαίο (ίσως…) πρωτοσέλιδο του «Ρ» ήταν στις 31 Δεκεμβρίου 1991, η επομένη μιας πολύ σημαντικής μέρας. Την προηγουμένη, η κόκκινη σημαία με το σφυροδρέπανο κατέβηκε από το Κρεμλίνο. Ο «Ριζοσπάστης» κυκλοφορεί με μια κόκκινη σημαία και στο πρώτο θέμα γράφει: «Ψηλά τη σημαία. Μπορεί να χάθηκε μια μεγάλη μάχη, αλλά θα κερδηθεί ο μεγάλος πόλεμος. Ο σοσιαλισμός θα νικήσει».
Υπήρξε βέβαια και η εφιαλτική βραδιά της 21 Οκτώβρη του ‘94. Ο Περισσός πλημμυρίζει. Οι τυπογραφικές μηχανές της Τυποεκδοτικής θάβονται κάτω από τόνους λάσπης. Την επομένη έμοιαζε με ψέμα, μα η εφημερίδα κρεμόταν στα περίπτερα. Ενα από τα πιο …όμορφα και συγκλονιστικά πρωτοσέλιδα.
Γράφει: «Κυκλοφορούμε λοιπόν. Σήμερα, γιατί, για αύριο δε γνωρίζουμε ακόμα αν θα μπορέσουμε να φτάσουμε μέχρι το τυπογραφείο. Η καταστροφή είναι τεράστια. Θα επιμείνουμε όμως. Το έχουμε χρεωθεί. Από το Κόμμα, από την εργατική τάξη. Να συνεχίσουμε στην πρώτη γραμμή. Με όποιες συνθήκες. Οπως πάντα»…
Σήμερα, ο «Ριζοσπάστης» συνεχίζει να δίνει τη μάχη για την προώθηση της πολιτικής του ΚΚΕ, της συγκρότησης του αντιιμπεριαλιστικού αντιμονοπωλιακού δημοκρατικού μετώπου πάλης για τη λαϊκή εξουσία. Που εκφράζεται με την παρουσία του σ’ όλα τα μέτωπα πάλης και τη μαχητική προβολή των στόχων τους, συνδέοντας τους σημερινούς κοινωνικοπολιτικούς αγώνες με το αύριο, με την υπόθεση της κοινωνίας χωρίς εκμετάλλευση.
Αναμφίβολα, αποτελεί την «άλλη φωνή» στο χώρο της έντυπης ενημέρωσης, καθώς είναι η μόνη εφημερίδα που παλεύει ασυμβίβαστα για τα άμεσα και μακροπρόθεσμα συμφέροντα της εργατικής τάξης.
Νίκος Μποζιονέλος – dailymedia.gr