Uncategorized
Κίνητρα για αποκάλυψη εισοδημάτων – Εκπρόθεσμες δηλώσεις και μειώσεις 40% στα πρόστιμα
Κίνητρα για αποκάλυψη αδήλωτων εισοδημάτων περιλαμβάνει το πολυνομοσχέδιο που κατατέθηκε χθες το απόγευμα στην Βουλή.
Την παροχή της δυνατότητας στους φορολογούμενους να υποβάλλουν εκπρόθεσμες αρχικές ή τροποποιητικές φορολογικές δηλώσεις ακόμη και μετά την έναρξη φορολογικού ελέγχου και μέχρι την κοινοποίηση πράξης προσωρινού ή οριστικού διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου, ώστε να γλιτώνουν από τα βαριά πρόστιμα που επισύρουν οι διαπιστούμενες κατά τους ελέγχους παραβάσεις της μη υποβολής αρχικών δηλώσεων ή της υποβολής ανακριβών δηλώσεων, προβλέπουν οι διατάξεις των άρθρων 397 και 398 του πολυνομοσχεδίου για τα προαπαιτούμενα της τρίτης αξιολόγησης.
Με τις διατάξεις αυτές προβλέπεται μάλιστα ότι σε κάθε περίπτωση υποβολής εκπρόθεσμης αρχικής ή τροποποιητικής φορολογικής δήλωσης από τον φορολογούμενο μετά την έναρξη φορολογικού ελέγχου και την κοινοποίηση προς αυτόν πρόσκλησης παροχής πληροφοριών από τους ελεγκτές, εφόσον από τη δήλωση αυτή προκύψει επιπλέον ποσό φόρου για καταβολή και το ποσό αυτό εξοφληθεί εφάπαξ, μέσα σε 30 μέρες από την υποβολή της δήλωσης, ο φορολογούμενος θα απαλλάσσεται, κατ’ αρχήν, από το διαδικαστικό πρόστιμο των 100 – 500 ευρώ που προβλέπει το άρθρο 54 του Κώδικα Φορολογικών Διαδικασιών και θα πληρώνει ως πρόστιμο μόνο ένα ποσό μεταξύ του 6% και του 30% της προκύπτουσας πρόσθετης διαφοράς φόρου κι όχι το 10%-50% επί της διαφοράς αυτής που προβλέπουν τα άρθρα 58, 58Α ή 49 του Κ.Φ.Δ. για τις παραβάσεις της μη υποβολής δήλωσης ή της υποβολής ανακριβούς δήλωσης. Το πρόστιμο δηλαδή θα είναι μειωμένο κατά 40%.
Αναλυτικά, με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις των άρθρων 397 και 398 του πολυνομοσχεδίου προβλέπονται τα εξής:
1) Είναι δυνατή η υποβολή εκπρόθεσμων αρχικών ή τροποποιητικών δηλώσεων μετά την έναρξη φορολογικού ελέγχου και μέχρι την κοινοποίηση πράξης προσωρινού διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου. Ως προς τις επιβαλλόμενες κυρώσεις, θα γίνεται η ακόλουθη διάκριση:
α) Για εκπρόθεσμες αρχικές ή τροποποιητικές δηλώσεις που θα υποβάλλονται μέχρι την κοινοποίηση εντολής ελέγχου ή μετά την κοινοποίηση της εντολής ελέγχου αλλά πριν την κοινοποίηση της πρόσκλησης παροχής πληροφοριών του άρθρου 14 του ΚΦΔ θα επιβάλλονται:
i) οι διαδικαστικές κυρώσεις για την υποβολή εκπρόθεσμων δηλώσεων, σύμφωνα με το άρθρο 54 του ΚΦΔ, δηλαδή ποσά προστίμων 100 ευρώ αν ο ελεγχόμενος δεν ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα, 250 ευρώ αν ασκεί τέτοια δραστηριότητα και τηρεί απλογραφικά βιβλία και 500 ευρώ αν ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα και τηρεί διπλογραφικά βιβλία και
ii) ο τόκος του άρθρου 53 του Κ.Φ.Δ., που ανέρχεται σε ποσοστό 0,73% για κάθε μήνα που παρήλθε από την κανονική προθεσμία υποβολής της αρχικής δήλωσης μέχρι την υποβολή της εκπρόθεσμης.
β) Για εκπρόθεσμες αρχικές ή τροποποιητικές δηλώσεις που θα υποβάλλονται μετά την κοινοποίηση εντολής ελέγχου ή της πρόσκλησης παροχής πληροφοριών του άρθρου 14 του ΚΦΔ και μέχρι την κοινοποίηση του προσωρινού διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου, εάν προκύπτει ποσό φόρου προς καταβολή, θα επιβάλλεται επί του ποσού αυτού, αντί του διαδικαστικού προστίμου των 100-500 ευρώ του άρθρου 54, πρόστιμο που ισούται με το ποσό του προστίμου των άρθρων 58 παρ. 2, 58Α παρ. 2, ή 59 παρ. 1, κατά περίπτωση, δηλαδή πρόστιμο ίσο με το 10%-50% του προκύπτοντος φόρου, σε περίπτωση αρχικής δήλωσης, ή της προκύπτουσας διαφοράς φόρου, σε περίπτωση τροποποιητικής δήλωσης. Ωστόσο, εφόσον η προκύπτουσα οφειλή εξοφληθεί εντός τριάντα (30) ημερών από τον προσδιορισμό του φόρου, το πρόστιμο θα περιορίζεται στο εξήντα τοις εκατό (60%) του αρχικώς προσδιορισθέντος, δηλαδή στο 6%-30% του φόρου ή της διαφοράς φόρου, ώστε να υπάρχει ένα σοβαρό κίνητρο για την άμεση πληρωμή των βάσει δήλωσης φορολογικών οφειλών. Η έκπτωση αυτή δεν θα παρέχεται για τις δηλώσεις παρακρατούμενου φόρου μισθωτών υπηρεσιών, καθώς στις περιπτώσεις αυτές οι φορολογούμενοι έχουν, κατά κανόνα, παρακρατήσει και δεν έχουν αποδώσει τον οφειλόμενο φόρο.
Ειδικά, εφόσον πρόκειται για τροποποιητικές δηλώσεις, για τον υπολογισμό του ανωτέρω προστίμου, θα λαμβάνεται ως βάση υπολογισμού το ποσό της διαφοράς μεταξύ του φόρου που προκύπτει με βάση την υποβαλλόμενη τροποποιητική φορολογική δήλωση και εκείνου που προκύπτει με βάση την αρχικώς υποβληθείσα δήλωση, και τις τυχόν τροποποιητικές δηλώσεις που έχουν εν τω μεταξύ υποβληθεί.
2) Για εκπρόθεσμες δηλώσεις που θα υποβάλλονται μετά την κοινοποίηση εντολής ελέγχου ή της πρόσκλησης παροχής πληροφοριών του άρθρου 14 του ΚΦΔ και μέχρι την κοινοποίηση του προσωρινού διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου, δεν θίγεται μεν το δικαίωμα του φορολογούμενου να υποβάλει τροποποιητικές δηλώσεις, εντούτοις, προσδιορισθέντες φόροι, πρόστιμα, τέλη, εισφορές και λοιπά ποσά δεν διαγράφονται, συμψηφίζονται ή επιστρέφονται, ενώ δεν είναι δυνατή η υποβολή δηλώσεων σε αυτό το στάδιο με επιφύλαξη.
3) Κάθε φορολογούμενος σε βάρος του οποίου:
α) έχει εκδοθεί και δεν έχει κοινοποιηθεί μέχρι την έναρξη ισχύος της νομοσχεδίου οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου, ή
β) θα εκδοθεί οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου κατόπιν προσωρινού διορθωτικού προσδιορισμού που έχει κοινοποιηθεί μέχρι την έναρξη ισχύος της παρούσας παραγράφου,
δύναται να αποδεχτεί την οριστική πράξη διορθωτικού προσδιορισμού, με ανέκκλητη και ανεπιφύλακτη δήλωσή του, η οποία υποβάλλεται εντός της προθεσμίας για άσκηση ενδικοφανούς προσφυγής, στον προϊστάμενο της υπηρεσίας που εξέδωσε την πράξη προσδιορισμού του φόρου. Εφόσον ο φορολογούμενος εξοφλήσει την προκύπτουσα οφειλή εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας των 30 ημερών, τα επιβληθέντα πρόστιμα για μη υποβολή δηλώσεων ή υποβολή ανακριβών δηλώσεων τα οποία ανέρχονται σε 10%-50% επί των διαφορών φόρου που προέκυψαν, βάσει των άρθρων 58, 58Α και 59 του Κ.Φ.Δ. ή οι πρόσθετοι φόροι από 1%-3,5% ανά μήνα εκπρόθεσμης καταβολής, που έχουν επιβληθεί αν ο έλεγχος αφορούσε σε χρήσεις προ του 2014, θα μειώνονται στο εξήντα τοις εκατό (60%) αυτών. Δηλαδή και στις περιπτώσεις αυτές θα ισχύουν εκπτώσεις 40% στα πρόστιμα.
Τα ανωτέρω θα εφαρμόζονται και για εκκρεμείς υποθέσεις κατά την έναρξη ισχύος της παρούσας παραγράφου. Ως εκκρεμείς υποθέσεις νοούνται οι υποθέσεις που εκκρεμούν ενώπιον της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών ή των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων ή του Συμβουλίου της Επικρατείας κατόπιν άσκησης ενδικοφανούς ή δικαστικής προσφυγής ή τακτικού ενδίκου μέσου ή αίτησης αναίρεσης ή εκείνες για τις οποίες εκκρεμεί η προθεσμία άσκησης ενδικοφανούς ή δικαστικής προσφυγής ή τακτικού ενδίκου μέσου ή αίτησης αναίρεσης. Ως εκκρεμείς νοούνται, επίσης, οι υποθέσεις οι οποίες έχουν συζητηθεί και δεν έχει εκδοθεί αμετάκλητη απόφαση του δικαστηρίου ή έχει εκδοθεί μη αμετάκλητη απόφαση αλλά δεν έχει κοινοποιηθεί στον φορολογούμενο.
Με απόφαση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων δύναται να καθορίζεται κάθε αναγκαίο θέμα για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.
Γιώργος Παλαιτσάκης – dikaiologitika.gr