Οι χημικές ουσίες που βρίσκονται σε συσκευασίες τροφίμων και προϊόντα προσωπικής φροντίδας μπορεί να συνδέονται με σχεδόν 56.000 πρόωρους τοκετούς που έλαβαν χώρα στις ΗΠΑ το 2018, σύμφωνα με νέα έρευνα. Προηγούμενες μελέτες έχουν δείξει ότι οι φθαλικές ενώσεις διαταράσσουν τις ορμόνες και μπορούν να επηρεάσουν τον τρόπο λειτουργίας του ζωογόνου πλακούντα. Το όργανο αυτό είναι η πηγή οξυγόνου και θρεπτικών συστατικών για ένα έμβρυο.
Σύμφωνα με τη μελέτη, η έκθεση σε φθαλικές ενώσεις – χημικές ουσίες που χρησιμοποιούνται ευρέως σε προϊόντα προσωπικής φροντίδας, όπως βερνίκια νυχιών και σπρέι μαλλιών, καθώς και σε συσκευασίες τροφίμων – συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο πρόωρου τοκετού και χαμηλότερο του μέσου όρου βάρος γέννησης.
Η μελέτη, η οποία δημοσιεύθηκε αυτή την εβδομάδα στο περιοδικό «The Lancet Planetary Health», διαπίστωσε ότι αυτό συνδέεται με τη συγκέντρωση των προϊόντων διάσπασης των φθαλικών εστέρων στα ούρα της μητέρας. Ωστόσο, η μελέτη δεν απέδειξε άμεσα ότι οι χημικές ουσίες προκάλεσαν τους πρόωρους τοκετούς, αλλά διαπίστωσε μια συσχέτιση.
Η εγκυμοσύνη διαρκεί περίπου 40 εβδομάδες αλλά τα μωρά που γεννιούνται πριν από τις 37 εβδομάδες θεωρούνται πρόωρα. «Γνωρίζουμε ότι ακόμη και η μείωση της κύησης από τις 40 εβδομάδες στις 37 συνδέεται με σοβαρές γνωστικές συνέπειες, καθώς και με πρόσθετες δαπάνες υγειονομικής περίθαλψης», δήλωσε στο Live Science ο Δρ. Λεονάρντο Τρασάντε, επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης και καθηγητής παιδιατρικής στο NYU Langone Health.
Προηγούμενες επιδημιολογικές μελέτες έχουν υποδείξει ότι η έκθεση σε φθαλικές ενώσεις αυξάνει τη φλεγμονή και διαταράσσει τη δράση των ορμονών, ιδίως εκείνων που σχετίζονται με την αναπαραγωγή. Έρευνες σε ανθρώπους έχουν επίσης συνδέσει τις χημικές ουσίες με καταστάσεις όπως η παχυσαρκία, ο καρκίνος και η στειρότητα.
Οι άνθρωποι μπορούν να εκτεθούν στους φθαλικούς εστέρες με πολλούς τρόπους, για παράδειγμα, καταναλώνοντας τρόφιμα που έχουν έρθει σε επαφή με προϊόντα που περιέχουν φθαλικούς εστέρες ή εισπνέοντας τις χημικές ουσίες από τον αέρα. Οι φθαλικές ενώσεις διασπώνται στη συνέχεια σε μεταβολίτες στο ήπαρ και αποβάλλονται με τα ούρα.
Προηγούμενες μελέτες έδειξαν ότι οι φθαλικές ενώσεις μπορεί να συμβάλλουν στον πρόωρο τοκετό, αλλά τα δεδομένα τους ήταν περιορισμένα, δήλωσε ο ερευνητής. Για παράδειγμα, οι μελέτες αυτές δεν περιλάμβαναν εθνοτικά ή φυλετικά διαφορετικούς πληθυσμούς και ορισμένοι φθαλικοί εστέρες που περιλαμβάνονταν σε αυτές τις παλιές μελέτες έχουν έκτοτε αντικατασταθεί από νεότερες εκδοχές, πρόσθεσε.
Η νέα ανάλυση περιλάμβανε δεδομένα από γυναίκες που συμμετείχαν στο πρόγραμμα ECHO (Environmental Influences on Child Health Outcomes) των Εθνικών Ινστιτούτων Υγείας μεταξύ 1998 και 2022. Οι ερευνητές αξιολόγησαν τα επίπεδα 20 φθαλικών μεταβολιτών σε δείγματα ούρων που ελήφθησαν τρεις φορές κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Στη συνέχεια συνέκριναν τα επίπεδα αυτά με την ηλικία γέννησης και το βάρος γέννησης κάθε νεογέννητου. Επίσης, έλαβαν υπόψη τους άλλους παράγοντες που ενδέχεται να επηρεάζουν, όπως η ηλικία της μητέρας και η εθνικότητα.
Σε όλα τα τρίμηνα, η συγκέντρωση των παραπροϊόντων φθαλικών εστέρων στα ούρα των γυναικών παρέμεινε σταθερή. Οι πιο άφθονοι φθαλικοί εστέρες ήταν ο φθαλικός μονοαιθυλεστέρας, ο οποίος βρίσκεται σε προϊόντα όπως τα αρώματα και τα σαπούνια, και το φθαλικό οξύ, το οποίο χρησιμοποιείται για την παρασκευή πολυεστέρα. Οι γυναίκες με τη μικρότερη έκθεση σε κάθε χημική ουσία – στο κατώτερο 10% – δεν αντιμετώπιζαν αυξημένο κίνδυνο πρόωρου τοκετού, αλλά εκείνες που βρίσκονταν στο ανώτερο 10% διέτρεχαν σημαντικά υψηλότερο κίνδυνο. Για παράδειγμα, το 10% των γυναικών με τα υψηλότερα επίπεδα έκθεσης σε έναν φθαλικό εστέρα που ονομάζεται φθαλικός δι-2-αιθυλεξυλικός εστέρας (DEHP) είχε περίπου 45% περισσότερες πιθανότητες να γεννήσει πρόωρα σε σχέση με εκείνες που είχαν χαμηλότερα επίπεδα της χημικής ουσίας. Βασιζόμενη σε μελέτες μοντελοποίησης της έκθεσης σε φθαλικούς εστέρες και σε δημοσιευμένα δεδομένα γεννήσεων, η ομάδα εκτίμησε ότι περίπου 56.000 πρόωρες γεννήσεις το 2018 μπορεί να συνδέονται με τις εν λόγω χημικές ουσίες.
Ωστόσο η μελέτη είχε διάφορους περιορισμούς, σημείωσαν οι ερευνητές. Για παράδειγμα, τα δείγματα ούρων μπορεί να μην αντικατοπτρίζουν ακριβώς τα επίπεδα έκθεσης στο σώμα, καθώς καταγράφουν μόνο ένα στιγμιότυπο αυτού που έχει ήδη μεταβολιστεί. Είναι επίσης πιθανό οι γυναίκες να είχαν εκτεθεί σε άλλους τύπους φθαλικών ενώσεων που η ομάδα δεν αναζήτησε.
Παρ’ όλα αυτά, «αυτή η σημαντική μελέτη δείχνει πώς χημικές ουσίες, όπως οι φθαλικές ενώσεις, μπορούν να έχουν δυσμενείς επιπτώσεις στην υγεία», δήλωσε στο Live Science η Δρ. Σόφι Μπαλκ, καθηγήτρια παιδιατρικής στο Albert Einstein College of Medicine και παιδίατρος στο Νοσοκομείο Παίδων Montefiore, η οποία δεν συμμετείχε στη μελέτη.
«Ορισμένες φθαλικές ενώσεις έχουν απαγορευτεί από τα παιδικά παιχνίδια και άλλα παιδικά είδη, αλλά οι φθαλικές ενώσεις εξακολουθούν να χρησιμοποιούνται ευρέως σε πολλά προϊόντα προσωπικής φροντίδας και συσκευασίες τροφίμων», εξήγησε η Μπαλκ.
Οι άνθρωποι που επιθυμούν να περιορίσουν την έκθεση θα μπορούσαν να αποφύγουν τα προϊόντα που περιέχουν τις λέξεις «άρωμα» στα συστατικά τους, να επιλέγουν φρέσκα τρόφιμα αντί για συσκευασμένα και να αποφεύγουν το μαγείρεμα τροφίμων σε πλαστικά δοχεία στο φούρνο μικροκυμάτων, κατέληξε η ερευνήτρια.
ΠΗΓΗ: Live Science