Uncategorized
Μόναχο: Ομιλία του Αλέξη Τσίπρα, στο πλαίσιο της Διάσκεψης για την Ασφάλεια
Κυρίες και κύριοι,
Αρχικά, θα ήθελα να υπογραμμίσω τη σημασία της Συνόδου του Μονάχου για την Ασφάλεια, σε μια περίοδο που τα ζητήματα ασφάλειας γίνονται ολοένα και πιο σημαντικά, όσο και σύνθετα, για την καθημερινή ζωή των πολιτών μας και για το κοινό μας μέλλον.
Πιθανώς, η πιο σημαντική τάση που παρατηρούμε να αναπτύσσεται στις παγκόσμιες, αλλά ειδικά στις ευρωπαϊκές πολιτικές και διπλωματικές εξελίξεις, είναι η ενίσχυση της εθνικής περιχαράκωσης και του εθνικισμού, ως απάντηση στις παγκόσμιες και περιφερειακές προκλήσεις.
Από την οικονομία, την ασφάλεια και τη μετανάστευση, ως τις διμερείς υποθέσεις.
Μου φαίνεται σαν να σπρώχνουμε τους τροχούς της ιστορίας προς τα πίσω.
Σαν να γυρνάμε την πλάτη μας στο πιο πολύτιμο μάθημα που μας δίδαξε η κοινή μας ιστορία ως δυτικές κοινωνίες.
Και αυτό είναι, ότι η πρόοδος έρχεται μέσα από τη συλλογική προσπάθεια, το διάλογο, τη συνεργασία και την αναζήτηση κοινού εδάφους.
Η απόρριψη της πολυμέρειας υπέρ του απομονωτισμού ή η αναβλητική στρατηγική δεν προστατεύει το εθνικό συμφέρον μακροπρόθεσμα.
Είναι εις βάρος του εθνικού συμφέροντος.
Αυτή η τάση είναι καταστροφική. Δημιουργεί ένα αδιέξοδο χωρίς τέλος για ζητήματα που απαιτούν επείγουσες λύσεις.
Μακροπρόθεσμα, αποτελεί απειλή για τη σταθερότητα της ίδιας της ΕΕ, που οικοδομήθηκε στη βάση της συνεργασίας και του συμβιβασμού αποκλινόντων συμφερόντων.
Γιατί ο εθνικισμός, όχι πολύ καιρό πριν, προκάλεσε περιφερειακές συρράξεις στην πίσω αυλή της ΕΕ.
Κάποιοι μπορεί να πουν, ότι είναι σημείο των καιρών και ότι αυτή η τάση είναι βαθιά ριζωμένη στις κοινωνίες μας.
Αλλά και ακόμα ότι πρέπει να ζήσουμε με αυτή και να κάνουμε το καλύτερο δυνατό, για να προσαρμοστούμε.
Αυτή είναι μια επικίνδυνη υπόθεση.
Οι κοινωνίες μας αντιμετωπίζουν πολλές προκλήσεις, από την κοινωνική αδικία, την ανισότητα του πλούτου, ως τη λιτότητα, τη μετανάστευση, την τρομοκρατία ή την κλιματική αλλαγή.
Προκλήσεις που δημιουργούν ένα ισχυρό αίσθημα ανασφάλειας και άγχους για το μέλλον.
Προκλήσεις που ωθούν όσους νιώθουν ως οι ηττημένοι της παγκοσμιοποίησης, να περιχαρακωθούν πίσω από την εθνική, φυλετική ή σεξουαλική τους ταυτότητα.
Η άποψή μου είναι, ότι πρέπει να αντιμετωπίσουμε αυτές τις προκλήσεις στη βάση των αξιών μας.
Και, κυρίως, δεν πρέπει να προσαρμοστούμε.
Δεν πρέπει να αποδεχτούμε ότι αυτό είναι το νέο μέλλον.
Θα ήταν σαν να παραδεχόμαστε τη συλλογική μας αποτυχία να αντιμετωπίσουμε αυτές τις προκλήσεις στη βάση των αξιών μας.
Αυτό δεν μπορεί να συμβεί.
Δεν μπορούμε να αφήσουμε αυτή την τάση να γίνει κανόνας.
Είναι συλλογικό μας καθήκον, ως ηγέτες, να αποκαταστήσουμε την εμπιστοσύνη μεταξύ μας και μεταξύ των λαών μας, να βρούμε κοινό έδαφος και να επενδύσουμε στη συνεργασία.
Η ανθρωπότητα γνώρισε την ευημερία μέσα από τη συνεργασία. Όχι μέσα από την εχθρότητα και την καχυποψία.
Βρίσκοντας, σε κάθε περίσταση, τα πράγματα που μας ενώνουν κι όχι όσα μας χωρίζουν.
Αυτό είναι το δικό μου modus operandi.
Και μπορώ να πω, ότι είμαι πολύ περήφανος που τα γεγονότα μιλούν από μόνα τους, όταν πρόκειται για την Ελλάδα.
Ποτέ δεν αναζήτησα λύσεις που θα οδηγούσαν στην εθνική περιχαράκωση.
Πάντα πίστευα, ότι είναι αναποτελεσματικό, αλλά και βαθύτατα προσβλητικό για την ιστορία και την παράδοση της χώρας μου.
Η γη όπου γεννήθηκε η δημοκρατία και πρωτοφύτρωσαν οι ρίζες του δυτικού πολιτισμού δεν μπορεί και δεν θα συμμορφωθεί με μια τάση που απειλεί την ίδια τη βάση της δημοκρατίας και του δυτικού πολιτισμού.
Ξεπεράσαμε μια πρωτοφανή οικονομική κρίση μέσα από σκληρές διαπραγματεύσεις, σκληρή δουλειά και εποικοδομητικούς συμβιβασμούς, πάντα -αναντίρρητα- εντός του ευρωπαϊκού πλαισίου και των θεσμών του.
Και σίγουρα δεν θα μπορούσαμε να συνεχίσουμε την προσπάθειά μας, να μεταρρυθμίσουμε αυτούς τους θεσμούς, να τους κάνουμε πιο αποτελεσματικούς, πιο δημοκρατικούς και πιο περιεκτικούς, αν αποφασίζαμε να τους απορρίψουμε.
Βάλαμε, επίσης, τέλος, σε μια σχεδόν τριακονταετή διαμάχη με τη Βόρεια Μακεδονία, δουλεύοντας μαζί τους για μια αμοιβαία επωφελή λύση, τη Συμφωνία των Πρεσπών.
Αυτή η διαμάχη αποτελεί case study για το πού μπορεί να οδηγήσει η εθνική περιχαράκωση και ο απομονωτισμός.
Για 27 χρόνια αυτοί, οι πολύ λίγοι που τόλμησαν να προσεγγίσουν το ζήτημα με παραγωγικό και εποικοδομητικό τρόπο και να εργαστούν για μια λύση, ήταν υποχρεωμένοι να λειτουργήσουν εντός ενός δηλητηριασμένου και τοξικού πλαισίου, στο οποίο κυριαρχούσε ο εθνικισμός σε κάθε πλευρά των συνόρων.
Και τελικά όλοι τους παραδόθηκαν σε αυτή την κυριαρχία.
Ανίκανοι να βρουν το θάρρος και την πολιτική βούληση να σταθούν με απόλυτη αίσθηση πατριωτισμού και να εργαστούν αποφασιστικά για μια λύση.
Αυτή ήταν η βασική μας διαφορά.
Δεν είπαμε απλώς λόγια.
Δεν επιλέξαμε την αδράνεια.
Αναλάβαμε δράση στη βάση του αμοιβαίου σεβασμού με τους γείτονές μας.
Και επιτέλους καταλήξαμε σε μια συμφωνία, που ήταν η καλύτερη για τη χώρα μας, για τα Βαλκάνια, για την Ευρώπη.
Όταν αντιμετωπίσαμε τη μεγαλύτερη προσφυγική κρίση στη μεταπολεμική ιστορία, ήμουν ο πρώτος Έλληνας Πρωθυπουργός που επισκέφθηκε τρεις φορές την Τουρκία μέσα σε έξι μήνες.
Η Ελλάδα επέμεινε σε λύσεις με την Τουρκία, που προστατεύουν το διεθνές δίκαιο.
Και μαζί με την Τουρκία και τους εταίρους μας της ΕΕ αναπτύξαμε τη δύσκολη, αλλά αναγκαία Κοινή Δήλωση ΕΕ-Τουρκίας, που έχει οδηγήσει στη γρήγορη μείωση των θανάτων στο Αιγαίο και των παράνομων ροών.
Παράλληλα, φτάσαμε κοντά στην επίλυση του Κυπριακού ζητήματος και θα συνεχίσουμε να εργαζόμαστε για μια δίκαιη και βιώσιμη λύση στη βάση των ψηφισμάτων του ΟΗΕ.
Προσπαθούμε να κάνουμε το ίδιο και στο διάλογο που ξεκινήσαμε με την Αλβανία.
Μια χώρα που χρειάζεται να έχει ευρωπαϊκή προοπτική στη βάση σχέσεων καλής γειτονίας και των απαραίτητων μεταρρυθμίσεων.
Προσπαθούμε, επίσης, να κάνουμε το ίδιο και με την Τουρκία.
Παρά τη δύσκολη περίοδο που ακολούθησε την αποτρόπαιη απόπειρα πραξικοπήματος, δεν αποδεχτήκαμε ότι το μέλλον του Αιγαίου είναι αυτό των εντάσεων και της στρατιωτικής κλιμάκωσης.
Και ήμουν ο πρώτος Πρωθυπουργός που υποδέχτηκε ένα Τούρκο Πρόεδρο στην Ελλάδα μετά από 65 χρόνια.
Το όραμά μου είναι ξεκάθαρο.
Πιστεύω βαθύτατα, ότι η ιστορία δεν πρέπει να γράφεται από εκείνους που επενδύουν στο φόβο και τις διαιρέσεις.
Πρέπει να γράφεται από εκείνους που έχουν το κουράγιο και το στρατηγικό όραμα να σταθούν αντάξιοι των περιστάσεων.
Η ηγεσία δεν είναι ζήτημα κοντόφθαλμων πολιτικών μηχανορραφιών ή βραχυπρόθεσμων πολιτικών κερδών.
Ηγεσία είναι να δημιουργείς ευκαιρίες για τις επόμενες γενιές, για ένα καλύτερο μέλλον, με ευημερία.
Και σε αυτή την παγκόσμια κοινότητα δεν μπορεί να υπάρξει αεροστεγές μέλλον για μια μόνη χώρα.
Καμία χώρα δεν μπορεί να αγνοήσει τις προκλήσεις, κανείς αληθινός ηγέτης δεν μπορεί να αγνοήσει την ανάγκη για συλλογικές απαντήσεις.
Και αυτό ισχύει για κάθε χώρα.
Για τις μικρότερες, που τείνουν να πιστέψουν ότι ο απομονωτισμός είναι ένας τρόπο να μείνουν ασφαλείς και ανεπηρέαστες από τις προκλήσεις των καιρών μας.
Αλλά και για τις ισχυρότερες χώρες, που, σε πολλές περιπτώσεις στην ιστορία, έδειξαν στον υπόλοιπο κόσμο ότι η αλαζονεία της ισχύος, δεν είναι ένας αποτελεσματικός και βιώσιμος τρόπος δράσης.
Αντιθέτως, δημιουργεί περισσότερα προβλήματα από αυτά που σκόπευε αρχικώς να λύσει.
Κυρίες και κύριοι,
Οι καιροί αλλάζουν γοργά.
Η άποψή μου είναι ότι το βασικό μας καθήκον ως ηγέτες είναι να αγκαλιάσουμε αυτή την αλλαγή.
Και να ξεκινήσουμε να δουλεύουμε στενά, αποτελεσματικά, θαρρετά, ώστε να βρούμε κοινές και δημιουργικές λύσεις προς όφελος των λαών μας.
Η ιστορία δεν γράφεται από αυτούς που διστάζουν, αυτούς που φοβούνται και δειλιάζουν ενώπιον των προκλήσεων.
Η ιστορία γράφεται από εκείνους που τολμούν τις μεγάλες αλλαγές και να σταθούν – παρά τις όποιες αντιδράσεις – στη σωστή πλευρά της ιστορίας.
Σας ευχαριστώ