Uncategorized
Νίκος Ανδρουλάκης: Το κλίμα της αντιπολιτικής διαβρώνει τη δημοκρατία
Την ανατροπή των συσχετισμών από το αποτέλεσμα των ευρωκλογών κιόλας ζητά με συνέντευξή του στον Φιλελεύθερο ο ευρωβουλευτής του ΠΑ.ΣΟ.Κ. Νίκος Ανδρουλάκης, τονίζοντας ότι η πραγματική ήττα του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. και της Ν.Δ. περνάει μέσα από την ενίσχυση του Κινήματος Αλλαγής.
Επιτίθεται, εξάλλου, στον ΣΥ.ΡΙΖ.Α. αποδομώντας την δήθεν «προοδευτική» πολιτική του. «Είναι προοδευτικός ο τρόπος χειρισμού του μεταναστευτικού;», «πόσο προοδευτικές είναι οι προτάσεις του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. για τα κόκκινα δάνεια;», «πόσο προοδευτική είναι μία οικονομική πολιτική που αναπαράγει με επιδόματα την φτώχεια;», αναρωτιέται μεταξύ άλλων, τονίζοντας ότι στο ευρωψηφοδέλτιο του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. υπάρχουν από εκπροσώπους της καραμανλικής δεξιάς, ως υπουργοί των ΑΝ.ΕΛ.
Ο ευρωβουλευτής του ΠΑ.ΣΟ.Κ. επιτίθεται αντίστοιχα στη Ν.Δ., θυμίζοντας ότι ο κ. Μητσοτάκης «θεωρεί τις ανισότητες ως φυσικό φαινόμενο» αντιπροτείνοντας αξιοκρατία, στη βάση της οποίας δεν θα υπάρχουν φραγμοί για τους ικανούς ανθρώπους, συμπληρώνοντας πως «ανεξαρτήτως των προσόντων και των γνώσεων που κατέχουν, αξίζουν να έχουν ευκαιρίες ώστε να μην γίνονται θύματα κοινωνικών αποκλεισμών».
Ερωτηθείς για τις μετεκλογικές συνεργασίες, ο ευρωβουλευτής του ΠΑ.ΣΟ.Κ. παραπέμπει στο εκλογικό αποτέλεσμα λέγοντας ότι «ο λαός θα κρίνει τη θέση μας» και σχολιάζοντας για το κόμμα του ότι «μόνο στην περίπτωση που έχεις ένα μεγάλο αποτέλεσμα, μπορείς να επιβάλεις προοδευτικές πολιτικές». Όσο για το ποιος θα λάβει τις τελικές αποφάσεις την επόμενη μέρα των εκλογών, εκτιμά ότι μόνα αρμόδια είναι τα εκλεγμένα όργανα του κόμματος.
Τέλος, μίλησε για την ανάγκη «να φέρουμε νέο ήθος στην πολιτική ξεκινώντας από τα του οίκου μας», τονίζοντας ότι «Μόνο έτσι θα αντιμετωπίσουμε το κλίμα της απογοήτευσης και της αντιπολιτικής που διαβρώνει τη δημοκρατία μας».
Ακολουθεί ολόκληρη η συνέντευξη στην εφημερίδα “Φιλελεύθερος¨και την Αλίκη Χατζή:
Ενοποίηση και αναθέρμανση οικογενειακού φρονήματος; Αυτός είναι ο απολογισμός του Συνεδρίου σας;
Το Συνέδριό μας είχε διπλό ρόλο. Καταρχάς την ουσιαστική ίδρυση του Κινήματος Αλλαγής, καθώς περάσαμε από το μεταβατικό στάδιο του διορισμού των οργάνων βάσει ποσοστώσεων -κάτι με το οποίο είχα διαφωνήσει από την αρχή- σε ενιαία εκλεγμένα όργανα. Στη συνέχεια, ήταν η αποσαφήνιση των στόχων και της στρατηγικής του Κινήματός μας για να πορευθούμε όλοι μαζί ενωμένοι στις ερχόμενες εκλογικές αναμετρήσεις που μας περιμένουν το 2019, με πρώτες εκείνες των Ευρωεκλογών.
Όσον αφορά την εσωτερική οργάνωση του κόμματος μας, έθεσα ένα κατά τη γνώμη μου μείζον θέμα. Πιστεύω ότι πρέπει το κίνημά μας να είναι το πρώτο θεσμικό κόμμα στη χώρα μας, ένα κόμμα το οποίο θα σέβεται τα μέλη του αλλά κατά κύριο λόγο τους πολίτες και το κράτος, χωρίς να το βλέπει σαν λάφυρο. Εμείς οφείλουμε να είμαστε αυτοί που θα φέρουμε το νέο ήθος στην πολιτική, ξεκινώντας από τα του οίκου μας. Μόνο έτσι θα αντιμετωπίσουμε το κλίμα της απογοήτευσης και της αντιπολιτικής που διαβρώνει τη δημοκρατία μας.
Πιστεύετε ότι έγινε ξεκάθαρη η γραμμή του Κινήματος Αλλαγής; Απαντήθηκε δηλαδή το ερώτημα που κυριαρχεί «τι θα κάνετε μετά τις εκλογές εάν δεν υπάρξει αυτοδυναμία»;
Οι αποφάσεις του συνεδρίου είναι ξεκάθαρες και έγιναν δεκτές ομόφωνα. Υποστήριξα ότι το αν θα πάμε στην αντιπολίτευση ή αν θα συμμετάσχουμε στην επόμενη κυβέρνηση θα εξαρτηθεί από τη δύναμη που θα μας δώσει ο Ελληνικός λαός στις ερχόμενες εκλογές.
Δεν είναι σωστό κάποιοι να λένε ότι όποιο ποσοστό και να πάρουμε στις εκλογές θα πρέπει να συμμετάσχουμε στην επόμενη κυβέρνηση και κάποιοι άλλοι να αποκλείουν εκ των προτέρων τη συμμετοχή μας σε οποιοδήποτε κυβερνητικό σχήμα. Κάτι τέτοιο περιφρονεί τη λαϊκή βούληση όπως αυτή αποτυπώνεται στο εκλογικό αποτέλεσμα. Αν εμείς έχουμε λάβει προκαταβολικά τις αποφάσεις μας, δεν δίνουμε κίνητρο στους πολίτες να μας ψηφίσουν.
Σε τελική ανάλυση αν είσαι αδύναμος, δεν μπορείς να επιβάλλεις τις πολιτικές σου στους κυβερνητικούς σου εταίρους. Μόνο στην περίπτωση που έχεις ένα μεγάλο αποτέλεσμα, μπορείς να επιβάλλεις προοδευτικές πολιτικές.
Βοηθήστε να καταλάβουμε: Ποιος θα αποφασίσει , εφόσον σας ζητηθεί , για το αν θα συμμετάσχει η παράταξη σας σε κυβέρνηση ή όχι; Σύμφωνα με την μετασυνεδριακή διευκρίνιση τα όργανα. Δηλαδή, το Πολιτικό Συμβούλιο, η Κεντρική Επιτροπή;
Όσοι υποστηρίζουν την καταφυγή σε εσωκομματικό δημοψήφισμα επικαλούνται το τι συμβαίνει στη Γερμανία. Εκεί όμως τα κόμματα έχουν περιθώριο μηνών για να διεξαγάγουν προγραμματικές συζητήσεις και μετά να προσφύγουν στα μέλη τους για να λάβουν την τελική απόφασή τους. Το ελληνικό Σύνταγμα δεν επιτρέπει μακροχρόνιες διαδικασίες. Δίνει σε κάθε ένα από τα τρία πρώτα κόμματα τρεις μέρες προθεσμία για τον σχηματισμό κυβέρνησης.
Στα δημοκρατικά κόμματα, που σέβονται τα μέλη και τις διαδικασίες, τους θεσμούς της αντιπροσωπευτικότητας, αλλά και τις συνταγματικές απαιτήσεις που δεν επιτρέπουν μακροχρόνιες διαδικασίες για την επιλογή κυβέρνησης, ένας μόνο τρόπος υπάρχει για την επίλυση τέτοιων ζητημάτων. Η προσφυγή στα όργανα του κόμματος που πλέον είναι εκλεγμένα. Αυτά είναι που θα κάνουν την αποτίμηση του εκλογικού αποτελέσματος. Αυτά θα κρίνουν αν αυτό επιτρέπει τη συμμετοχή μας στην κυβέρνηση με τρόπο που θα προωθούνται οι προγραμματικές μας προτεραιότητες, βάσει των οποίων θα στηρίξουμε την όποια κυβερνητική συνεργασία. Όπως δε ορίζει το καταστατικό μας, το ανώτερο όργανο μεταξύ δύο Συνεδρίων είναι αυτό της Κεντρικής Πολιτικής Επιτροπής, τα μέλη της οποίας μόλις εκλέχτηκαν.
Ακούγοντας τον Τίμερμανς, αναρωτήθηκα σε ποιους απευθυνόταν όταν ζητούσε «ενότητα». Βέβαια, είπε ότι χρειάζεται ως αντίβαρο στο «νεοφιλελευθερισμό». Μα καλά, τι κόμμα πιστεύουν οι Ευρωπαίοι Σοσιαλδημοκράτες ότι είναι ο ΣΥΡΙΖΑ; Τι έχουν καταλάβει για την τετράχρονη διακυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ;
Θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε κάτι. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο η ενότητα όλων των προοδευτικών δυνάμεων, από τους Φιλελεύθερους και τους Πράσινους, μέχρι τους Σοσιαλιστές και την φιλοευρωπαϊκή Αριστερά, είναι αναγκαία, αν θέλουμε να ανατρέψουμε τη θεσμική στασιμότητα που έχει επιβάλει η Ευρωπαϊκή Δεξιά τα τελευταία χρόνια και εκπροσωπεί σε αυτές τις ευρωεκλογές ο κ. Βέμπερ ως επικεφαλής υποψήφιος του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος. Σε εθνικό επίπεδο, εμείς ήμασταν αυτοί που ξεκινήσαμε την προσπάθεια ενοποίησης των προοδευτικών δυνάμεων στη χώρα, τόσο με το εγχείρημα της ΕΛΙΑΣ, όσο και με την προσπάθεια που έγινε τον Νοέμβριο του 2017.
Είναι αλήθεια προοδευτική η πολιτική στρατηγική που ακολουθεί ο ΣΥΡΙΖΑ;
Είναι προοδευτικός ο τρόπος χειρισμού του μεταναστευτικού με τις απάνθρωπες συνθήκες διαβίωσης στα κέντρα των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου κι ενώ η Ευρώπη έχει διαθέσει 1,6 δις ευρώ, σχεδόν το μισό δις από αυτά παραμένει ανεκμετάλλευτο και την ίδια στιγμή πολλοί από τους παράγοντες αυτού του χειρισμού ελέγχονται από τον OLAF;
Πόσο προοδευτικές είναι οι προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ για τα κόκκινα δάνεια που χαμηλώνουν σημαντικά τα όρια προστασίας, η οποία παραμένει προσωρινή, μεταθέτοντας το όλο ζήτημα σαν μία βραδυφλεγή βόμβα στο μέλλον;
Πόσο προοδευτική είναι μια οικονομική πολιτική που αναπαραγάγει με επιδόματα την φτώχεια, αντί να ενισχύει τις αναπτυξιακές δυνάμεις της επιχειρηματικότητας και της εργασίας;
Κάτι «προοδευτικό» ακόμη.
Στις Ευρωεκλογές, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει στο ψηφοδέλτιό του από εκπροσώπους της καραμανλικής δεξιάς μέχρι Υπουργούς των Ανεξαρτήτων Ελλήνων που επέλεξαν την παραμονή τους στην Κυβέρνηση. Το δικό μας ψηφοδέλτιο, παρά τις όποιες επιμέρους διαφορές, χαρακτηρίζεται από μία ιδεολογική ομοιογένεια, όλοι ανήκουμε στο χώρο της Κεντροαριστεράς. Τέλος, όσον αφορά τις σχέσεις των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών με τον ΣΥΡΙΖΑ, σε λίγο ο κ. Τσίπρας θα πάψει να είναι πρωθυπουργός, άρα παύει και το θεσμικό άλλοθι συμμετοχής του στις συνεδριάσεις του ΡΕS. Τότε θα πρέπει να αποφασίσουν αν είναι με το ΚΙΝ.ΑΛ ή με τον ΣΥΡΙΖΑ.
Πιστεύετε ότι είναι ρεαλιστικό να μιλάμε σήμερα για «διαχωριστική γραμμή», για «δεξιά» – «αριστερά»;
Όχι μόνο είναι ρεαλιστικό αλλά και αναγκαίο για την υπέρβαση της κρίσης εμπιστοσύνης προς την πολιτική που σήμερα κυριαρχεί. Η αδυναμία των δυο μεταπολεμικών πόλων να καταθέσουν προτάσεις που θα διαχωρίζει τον ένα από τον άλλο, συμβάλλει στη νομιμοποίηση των κομμάτων διαμαρτυρίας. Για παράδειγμα ο χώρος μας είναι επιτακτικό να μιλήσει όχι μόνο για τη μείωση της υπερφορολόγησης, αλλά και για τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης ώστε να μην είναι μόνο οι μισθωτοί και τα μεσαία στρώματα αυτοί που επωμίζονται τα βάρη της φορολογίας. Οφείλουμε να υποστηρίζουμε μια προοδευτική φορολογία, τη δική μας θέση και όχι ένα ενιαίο συντελεστή φορολογίας, θέση που είναι πραγματικά νεοφιλελεύθερη. Επίσης μεγάλη σημασία έχει η όποια φορολογία να έχει ανταποδοτικό για την κοινωνία χαρακτήρα και όχι να χρησιμοποιείται από το κομματικό κράτος για τους σκοπούς του εκάστοτε κυβερνώντος κόμματος, όπως γίνεται σήμερα με τον ΣΥΡΙΖΑ. Αλλά και η αξιοκρατία που επιδιώκουμε, σε αντίθεση με την άποψη του κ. Μητσοτάκη που θεωρεί τις ανισότητες ως φυσικό φαινόμενο, αποσκοπεί στην προώθηση των ικανών ανθρώπων χωρίς φραγμούς. Ανεξαρτήτως των προσόντων και των γνώσεων που κατέχουν, αξίζουν να έχουν ευκαιρίες ωστε να μην γίνονται θύματα κοινωνικών αποκλεισμών.
Γιατί είναι σημαντικό για την χώρα μας να ενισχυθεί στις ευρωεκλογές το Κίνημα Αλλαγής και να ηττηθεί το κυβερνητικό κόμμα;
Πιστεύω ότι η πρώτη εικόνα που θα δοθεί στις ευρωεκλογές είναι πολύ σημαντική. Αυτή θα πρέπει να δίνει την αίσθηση της ανατροπής των συσχετισμών σε βάρος τόσο του ΣΥΡΙΖΑ όσο και της ΝΔ και θα δημιουργεί προϋποθέσεις εναλλαγής τους στην εξουσία. Η πραγματική ήττα των δυο αυτών κομμάτων περνάει μέσα από την ενίσχυση της παράταξής μας και οι ευρωεκλογές θα είναι το πρώτο μήνυμα προς αυτή την κατεύθυνση. Κάθε αποτέλεσμα που δεν θα μας ενισχύει, θα σταθεροποιήσει τους συσχετισμούς δυνάμεων του σημερινού αρνητικού για τα συμφέροντα της χώρας και των πολιτών, μικρού διπολισμού.