Βουλή
Ομιλία Κωνσταντόπουλου στο νομοσχέδιο για την Ε.Υ.Π. (Video)
κ. Πρόεδρε, κ. Υπουργέ, Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Ζούμε μια πολύ ιδιαίτερη περίοδο στη μεταπολιτευτική ιστορία της χώρας. Το κράτος δικαίου που συγκροτήθηκε στη χώρα μας με αγώνες και πρωτοβουλίες του ΠΑΣΟΚ σε δύσκολα χρόνια, έχει σήμερα φανερά υποχωρήσει. Ναι, προσπαθεί η κυβέρνηση, να παρουσιαστεί ως φιλελεύθερη, ωστόσο, εκ του αποτελέσματος, είναι βαθιά συντηρητική.
Κύριοι της Κυβέρνησης,
Κανείς δεν πρέπει να ξεχνά, ότι πυρήνας των ατομικών δικαιωμάτων είναι η ίδια η ανθρώπινη αξία. Εσείς παρότι φροντίζετε επιμελώς για την απελευθέρωση των αγορών, δεν δείχνεται την ίδια θέρμη για την εγγύηση και προστασία των ατομικών δικαιωμάτων. Το επιβεβαίωσαν οι παράνομες παρακολουθήσεις.
Η ελευθερία που διέπει τη δημόσια και ιδιωτική ζωή, αποτελεί θεμέλιο λίθο της Δημοκρατίας. Σήμερα πως μπορούμε να μιλάμε για ελευθερία, όταν η κυβέρνηση επιλέγει να μας παρακολουθεί;Πόσο σίγουροι, αισθάνεστε κύριοι συνάδελφοι βουλευτές, ότι οι συνομιλίες σας δεν παρακολουθούνται;Ότι δεν μεθοδεύονται εκβιασμοί σε βάρος σας;
Σκέψεις που κάνουμε όλοι σιωπηρά εδώ μέσα, ενόσω η Δημοκρατία μας βάλλεται. Το αφήγημα της εθνικής ασφάλειας γίνεται η κολυμβήθρα του Σιλωάμ για τον πρωθυπουργό και την κυβέρνηση.
Προσπαθούν να κυβερνήσουν τον τόπο με το φόβο. Να παρουσιάσουν τα θύματα ως θύτες. Κατηγορούν τα κόμματα της Αντιπολίτευσης για δημιουργία τοξικού κλίματος. Μπορούμε, όμως, σήμερα να μιλάμε για κράτος δικαίου;
Όταν έχουν περάσει πέντε μήνες από τότε που ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, Νίκος Ανδρουλάκης, απευθύνθηκε στη Δικαιοσύνη για την παράνομη παρακολούθησή του και ακόμη δεν έχουμε μάθει το γιατί;Έχει ανοίξει το κουτί της Πανδώρας.
Σήμερα, βλέπουμε στην πράξη πόσο ύποπτο είναι το άρθρο 87 του Ν.4790/2021, με το οποίο καταργήθηκε η δυνατότητα γνωστοποίησης της παρακολούθησης στον ενδιαφερόμενο, μετά το πέρας αυτής.
Αγαπητοί συνάδελφοι,
Το παρόν νομοσχέδιο, αποτελεί ομολογία της κυβέρνησης για το φαύλο καθεστώς που η ίδια επέβαλε στην ΕΥΠ. Ακούσαμε να το αποκαλεί ο πρωθυπουργός μια γενναία θεσμική μεταρρύθμιση. Εμείς έχουμε άλλη άποψη. Υπάρχουν σ’ αυτό σοβαρά προβλήματα που αυξάνουν τους κινδύνους για εκτροπές. Στο άρθρο 3 η έννοια της εθνικής ασφάλειας, φαίνεται να διαστέλλεται. Έτσι όμως, μπορεί να χρησιμοποιείται χωρίς ενδοιασμούς ως αιτιολογική βάση παρακολουθήσεων.
Τούτο όμως, δεν συμβαδίζει με την πάγια νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου που απαιτεί σαφή και εξαντλητική οριοθέτηση της έννοιας της εθνικής ασφάλειας.
Αλλά ούτε και με το Σύνταγμα, όπου από το άρθρο 19 προκύπτει ότι η άρση του απορρήτου είναι απολύτως εξαιρετικό μέτρο. Ένα μέτρο που λαμβάνεται μόνο από δικαστική αρχή, η οποία ενεργεί υπό καθεστώς που παρέχει ειδικές εγγυήσεις.
Γι’ αυτό λοιπόν, εμείς προτείναμε σαφή και εξαντλητική απαρίθμηση στο νόμο, των λόγων εθνικής ασφάλειας. Όπως προτείναμε επίσης, να είναι επαρκώς αιτιολογημένη, η διάταξη που εκδίδει ο αρμόδιος εισαγγελέας για την άρση του απορρήτου.
Είναι απορίας άξιο ωστόσο, γιατί η κυβέρνηση επιμένει στο να μην καταγράφεται στην εισαγγελική διάταξη η αιτιολογία για την άρση του απορρήτου, καθώς και το όνομα εκείνου σε βάρος του οποίου θα εφαρμοστεί το μέτρο.
Η άρση του απορρήτου για λόγους εθνικής ασφάλειας -σας το λέμε για ακόμη μια φορά- θα πρέπει να είναι πλήρως αιτιολογημένη. Όπως χρειάζεται να αναφέρεται και το όνομα, όπως αντίστοιχα ισχύει για την άρση του απορρήτου προς διακρίβωση εγκλημάτων. Σε διαφορετική περίπτωση, ανοίγει θεσμικά πλέον ο δρόμος για μαζικές παρακολουθήσεις με το πρόσχημα της εθνικής ασφάλειας.
Θεωρούμε, επίσης, ότι ο αντι-εισαγγελέας που εγκρίνει την εισαγγελική διάταξη για άρση του απορρήτου των επικοινωνιών πρέπει να ορίζεται από το Ανώτατο Διοικητικό Συμβούλιο και όχι από τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου. Αν και θα ήταν πιο σωστό, αντί για μονοπρόσωπο όργανο, να προβλεπόταν ένα τριμελές δικαστικό συμβούλιο για την έγκριση ή την απόρριψη της διάταξης του πρώτου εισαγγελέως.
Όπως ακριβώς συμβαίνει και όταν πρόκειται να διακριβωθεί η τέλεση ιδιαιτέρως σοβαρού εγκλήματος.Όσον αφορά δε στην ειδική ρύθμιση για τα πολιτικά πρόσωπα, θεωρούμε ότι ο πρόεδρος της Βουλής πρέπει να αποφασίζει μετά και την έκδοση των εισαγγελικών διατάξεων. Και όχι μετά την εισήγηση της ΕΥΠ.
Αγαπητοί συνάδελφοι,
Στο ζήτημα της ενημέρωσης του προσώπου για το οποίο αίρεται το απόρρητο, σύμφωνα με το άρθρο 4 του Νομοσχεδίου, η ενημέρωση μπορεί να γίνει, μόνο μετά την πάροδο τριών ετών από την παύση ισχύος της εισαγγελικής διάταξης. Μόνο στην περίπτωση δηλαδή, που δεν υπάρχουν ευρήματα και ύστερα από αίτημα του παθόντα. Τί θα συμβεί όμως αν ο παθών τελεί σε άγνοια;
Υπάρχει λοιπόν και εδώ αντίθεση με την νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, σύμφωνα με την οποία η ενημέρωση παρέχεται αμέσως μετά τη λήξη της παρακολούθησης, εφόσον δεν διακυβεύεται πλέον ο σκοπός για τον οποίο διατάχθηκε η λήψη του μέτρου.
Και μάλιστα, χρειάζεται να υπάρχει ανεξάρτητο όργανο αρμόδιο για την ενημέρωση αυτή. Στη χώρα μας, μόνο η ΑΔΑΕ μπορεί να αναλάβει τον ρόλο αυτό.
Αγαπητοί συνάδελφοι, να σταθώ σε ένα ακόμη σημείο.
Στο άρθρο 10. Μετατρέπεται σε κακούργημα η αθέμιτη παραβίαση του απορρήτου των επικοινωνιών από παρόχους κινητής τηλεφωνίας και ιδιώτες.Η αντίστοιχη ωστόσο, παραβίαση του απορρήτου από υπαλλήλους κρατικών υπηρεσιών (όπως η ΕΥΠ, η Αστυνομία, τα Ταχυδρομεία) αντιμετωπίζεται ως πλημμέλημα!
Σας ερωτώ λοιπόν: Ποιους προστατεύετε; Κλείνω, με το ερώτημα:
Πώς είναι δυνατόν, η εταιρεία KRIKEL με 5.000 ευρώ κεφάλαιο να παίρνει επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ 1,4 εκ. ευρώ με απευθείας ανάθεση, και επί Νέας Δημοκρατίας 10 εκ. Ευρώ με απευθείας ανάθεση; Ποια είναι αυτή η εταιρεία;
Ποιοι την εκπροσωπούν και ποια συμφέροντα εξυπηρετεί;
Ωστόσο, μεταξύ ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ για την εταιρεία αυτή, ομερτά. Μου θυμίζει την περίοδο 2004 – 2009 επί Καραμανλή, που ζητούσαμε τη διεύρυνση του χρόνου της εξεταστικής για τη δαπάνη του φαρμάκου από το χρόνο ένταξης της Ελλάδας στην ΟΝΕ. Περιμένω απάντηση.
Ευχαριστώ.