Συνεντεύξεις
Β. Παπασάικας στο AgrinioTimes.gr: «Το έργο μου περιγράφει την αθέατη πλευρά μου»
Στο πλαίσιο της Συνέντευξης της Δευτέρας του «Agrinio365» Media Group (AgrinioTimes.gr και Antenna-Star.gr), συνάντησα τον σπουδαίο Έλληνα Γλύπτη Βασίλη Παπασάϊκα, έναν καλλιτέχνη ο οποίος διακρίνεται για τη διαχρονικότητα των έργων του και την ικανότητά του να αποδίδει την ψυχική έκφραση, την εσωτερική «φωνή» των δημιουργημάτων του.
Συνέντευξη στη Νάντια Μπούτα
Ο Βασίλης Παπασάικας γεννήθηκε το 1956 στο Καινούργιο Τριχωνίδος. Σπούδασε σχέδιο στο προπαρασκευαστικό εργαστήριο του Βρασίδα Βλαχόπουλου και γλυπτική στο Α’ Εργαστήριο της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών Αθηνών. Έχει κάνει δώδεκα ατομικές εκθέσεις και έχει λάβει μέρος σε πολλές ομαδικές. Έργα του υπάρχουν σε πολλές δημόσιες και ιδιωτικές συλλογές.
Μερικά από τα έργα του: Ο ανδριάντας του Χαρίλαου Τρικούπη στο Μεσολόγγι, ο ανδριάντας του Παύλου Μπακογιάννη και του Χρυσόστομου Καραπιπέρη στο Καρπενήσι, ο ανδριάντας του Κοσμά του Αιτωλού στο Καινούργιο Τριχωνίδας, η κολοσσιαία προτομή του Γεωργίου Καραϊσκάκη στον Ελληνόπυργο Αγράφων, οι προτομές των: Βασίλειου Τατάκη και Μιχάλη Δερτούζου διευθυντή του ΜΙΤ στην Άνδρο, Γιάννη Ρίτσου στο Καρλόβασι Σάμου, Κωνσταντίνου Χατζόπουλου και το άγαλμα της «Σκεπτόμενης Γυναίκας» στο Αγρίνιο και πολλά άλλα.
Ο Βασίλης Παπασάικας είναι επίσης συγγραφέας των βιβλίων «Βασίλης Παπασάικας Σχέδια», «Όσα από τη φιλία μου με τον Χρήστο Καπράλο» και «Μικρές συντάξεις και σχέδια» (εκδόσεις Γαβριηλίδη).
Κύριε Παπασάικα, πώς ξεκίνησε η σχέση σας με τη Γλυπτική; Πότε συνειδητοποιήσατε για πρώτη φορά ότι θέλετε να ασχοληθείτε με αυτή;
Στην τετάρτη τάξη του Δημοτικού πήγαμε με το σχολείο εκδρομή στην Ολυμπία και τότε για πρώτη φορά αντίκρισα αρχαία αγάλματα, έμεινα κατάπληκτος, ακόμη έχω ζωντανά στην ψυχή μου το δέος και την ευχαρίστηση που μου προκάλεσε η θέα των έργων και ειδικά ο εναέτιος διάκοσμος του Ναού του Διός.
Φεύγοντας αγόρασα από το Μουσείο μια κάρτα με το άγαλμα της Δηιδαμείας, που με είχε εντυπωσιάσει πιο πολύ από κάθε άλλο έργο και όταν επέστρεψα το βράδυ στο σπίτι μου την έδειξα στους γονείς μου και τους είπα ότι εγώ όταν μεγαλώσω τέτοια πράγματα θέλω να φτιάχνω. Για την ιστορία θα πω ότι μέχρι και σήμερα θεωρώ τη Δηιδάμεια το ωραιότερο άγαλμα που έχω δει.
Θυμάστε ποιο ήταν το πρώτο έργο που δημιουργήσατε;
Το πρώτο μου έργο ήταν ένα μικρό κεφάλι γυναίκας, που έκανα αμέσως μετά την επιστροφή μου απ’ την Ολυμπία με πηλό που πήρα απ’ το ρέμα του χωριού μου.
Ως ένα παιδί από την Περιφέρεια που βρίσκεται ξαφνικά στα 19 του σε έναν άγνωστο κόσμο κυνηγώντας το όνειρό του, ποιες δυσκολίες αντιμετωπίσατε; Σκεφτήκατε ποτέ να τα παρατήσετε;
Η φράση «κυνηγούσα το όνειρό μου» δεν περιγράφει σωστά την υπόθεσή μου φρονώ και τούτο διότι στη ζωή μου δεν κυνηγώ όνειρα, κυνηγώ πραγματικότητες. Έχω πάντα συνείδηση των δυνατοτήτων μου και δεν βάζω στόχους ποτέ πέρα από ‘κει που μπορώ να φτάσω.
Δυσκολίες, πέραν αυτών της εγκαταστάσεώς μου ως νέου γλύπτη στον χώρο και αυτών του βιοπορισμού, στην ουσία δεν αντιμετώπισα. Βασικός λόγος για την αποφυγή των δυσκολιών από την εποχή των φροντιστηριακών σπουδών μου και των σπουδών μου στο Πολυτεχνείο, αλλά και κατά την γενικότερη σταδιοδρομία μου, υπήρξε η ευχέρειά μου στο σχέδιο, που έκανε τους δασκάλους μου να με ξεχωρίζουν και τους ανθρώπους αργότερα να με προσέχουν και να προτιμούν το έργο μου, μέχρι που σήμερα πια έχω γίνει γνωστός για την ικανότητά μου ν’ αποδίδω ακριβώς την φυσιογνωμία και τον χαρακτήρα των ανθρώπων στα έργα μου.
Το 2018 κυκλοφόρησε ένα λεύκωμα σχεδίων σας, το οποίο καλύπτει όλο το φάσμα της εικαστικής σας δράσης από την ηλικία των δεκαπέντε ετών. Εκεί αναφέρεστε ιδιαίτερα στον τότε δάσκαλό σας Βρασίδα Βλαχόπουλο, λέγοντας ότι η σπουδή κοντά του υπήρξε η πιο καθοριστική από όλο το φάσμα των σπουδών σας. Τελικά, η Τέχνη διδάσκεται;
Βεβαίως και διδάσκεται και διά της διδαχής οξύνεται, μεγαλύνεται και θωρακίζεται η γενετική δεξιότης του καλλιτέχνη, αυτό που ονομάζουμε τάλαντο ή σφραγίδα δωρεάς. Η ολοκληρωμένη καλλιτεχνική υπόσταση απαιτεί πρωτίστως βέβαια τάλαντο αλλά απαιτεί και μεγάλη επιστημονική γνώση και ησκημένο φιλοσοφικό στοχασμό.
Αξία λόγου γλυπτική για παράδειγμα δεν μπορεί να γίνει αν ο γλύπτης δεν έχει πλήρη γνώση των γεωμετρικών και ειδικότερα των στερεομετρικών εφαρμογών στην τέχνη του και φυσικά εάν αδυνατεί να κάνει χρήση των βασικών αρχών της φιλοσοφίας στην οργάνωση των ουσιωδών σταθερών των θεμάτων του.
Ποια ήταν η εμπειρία σας από την Σχολή Καλών Τεχνών;
Η Σχολή της δικής μου εποχής διέσωζε ακόμη κάποιο από το παλαιό της κύρος και έλαβα πολλές επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις κατά την σπουδή μου εκεί. Φιλοσοφική άσκηση η Σχολή δεν μου παρείχε, αυτό ήταν πάντοτε μια προσωπική μου επιδίωξη, μπορώ όμως να πω ότι αφύπνισε τις φροντίδα μου για την περί την τέχνη φιλοσοφική θεώρηση.
Σήμερα πια φρονώ ότι η Σχολή Καλών Τεχνών Αθηνών είναι η σκιά του παλαιού της εαυτού, με τη στροφή της στην αριστερίστικη αντιπάθεια για την Ελληνική τέχνη της εικόνος, καθώς και το έχθος της για την αριστεία και την διδαχή από μέρους της του άναρχου συμβολισμού ως αυτοσκοπού της εικαστικής τέχνης.
Στο βιβλίο σας «Όσα από τη φιλία μου με το Χρήστο Καπράλο» αφηγείστε όσα ζήσατε ως μαθητής, βοηθός, ομότεχνος και στενός φίλος του διεθνούς γλύπτη Χρήστου Καπράλου. Πείτε μου δυο λόγια για τη σχέση σας με τον Χρήστο Καπράλο.
Μαθητής και βοηθός του Καπράλου δεν υπήρξα ποτέ, ο Καπράλος δεν ήθελε να κάνει το δάσκαλο και βοηθό είχε άλλον άνθρωπο και μάλιστα μόνιμο. Όμως θα πω αυτό που γράφω και στο βιβλίο μου, πως μπορεί να μην ήθελε να κάνει το δάσκαλο, αλλά γι’ αυτόν που ήταν κοντά του και είχε τεταμένη την προσοχή του ήταν σχολείο ολόκληρο.
Κατά τα λοιπά αυτό που έχω να πω γι’ αυτόν, είναι πως ήταν ένας πολύ σπουδαίος γλύπτης και ένας πολύ έντιμος και ευπρεπής άνθρωπος και πως γνωρίζω ως ένα από τα μεγάλα ευτυχήματα της ζωής μου το γεγονός της φιλίας μας.
Ο Νομπελίστας Γάλλος συγγραφέας François Mauriac είπε ότι «Ο άνθρωπος που δουλεύει με τα χέρια είναι εργάτης, με τα χέρια και το μυαλό, τεχνίτης, με τα χέρια, το μυαλό και την καρδιά, καλλιτέχνης». Πόση «καρδιά» βάζετε στα έργα σας;
Καθόλου, έτσι κι αλλιώς δεν είμαι Γάλλος. Αυτό που θέλω να βάζω, για να κάνω χρήση της εκφράσεώς σας, είναι «Νους», Διάνοια δηλαδή, κατά τούτο διαφέρουμε οι Έλληνες από τους ξένους. Αυτοί μιλούν για καρδιές, συναισθήματα, επιθυμίες, κάνουν τέχνη ρεαλιστική αντιγράφοντας το αισθητό, εμείς κάνουμε τέχνη εικονιστική, τουτέστιν τέχνη της διανοίας. Για περισσότερα σας παραπέμπω στο βιβλίο που γράφω τώρα και θα εκδοθεί σύντομα.
Ποια εσωτερική σας ανάγκη καλύπτει η Γλυπτική; Ένα έργο τέχνης είναι μια εξομολόγηση;
Δεν θα χρησιμοποιούσα τη λέξη εξομολόγηση την θεωρώ εν προκειμένω αφελή. Στην δική μου περίπτωση λέγω ότι το έργο μου περιγράφει την αθέατη πλευρά του εαυτού μου, αυτή που αδυνατώ ν’ αφηγηθώ στους συνανθρώπους μου με λόγια.
Βασική στη θεματολογία σας είναι η ανθρώπινη μορφή, στην οποία έχετε την ικανότητα να δίνετε παλμό ζωής και να μεταφέρετε ακόμη και τις εσωτερικές ψυχικές της διαστάσεις, ξυπνώντας στο κοινό εικόνες και μνήμες από την καθημερινότητά του και τις εμπειρίες του. Πώς το καταφέρνετε αυτό;
Είναι όπως τα λέτε, ο άνθρωπος είναι στην ουσία το κυρίως θέμα στην Ελληνική Τέχνη κι εγώ δεν μπορούσα ν’ αποτελέσω εξαίρεση, τώρα το ξύπνημα συναισθημάτων στο κοινό όπως και το ποια είναι αυτά τα συναισθήματα, είναι κάτι που δεν με αφορά και δεν περιλαμβάνεται στις επιδιώξεις μου.
Πόσος χρόνος χρειάζεται για να ολοκληρωθεί ένα έργο;
Αυτή είναι μια ερώτηση που μου γίνεται διαρκώς και από πολλούς, αλλά ποτέ μου δεν μπόρεσα ν’ απαντήσω σ’ αυτήν και τούτο διότι ποτέ δεν δουλεύω αποκλειστικά και μόνον ένα έργο αλλά κατά τον ίδιο καιρό πιο πολλά από ένα, που μπορεί να είναι από τρία το λιγότερο μέχρι εξ ή και επτά σε κάποιες περιπτώσεις.
Ξεχωρίζετε κάποιο από τα έργα σας;
Ένα συγκεκριμένο έργο δεν ξεχωρίζω και μπορώ να πω ότι ούτε κατά το παρελθόν ξεχώρισα κάποιο, πάντοτε όμως διέκρινα και αγαπούσα τα έργα των οποίων η ολοκλήρωση υπήρξε ευτυχέστερη και αρτιότερη.
Πώς νιώθετε όταν βρεθείτε σε ένα δημόσιο χώρο ο οποίος κοσμείται με κάποιο από τα έργα σας;
Καθ’ όσον αφορά εις τα συναισθήματά μου σε σχέση με εγκατεστημένα σε δημόσιους χώρους έργα μου, τι να σας πω… δεν έχω έντονα συναισθήματα, παλαιότερα κατά την νεότητά μου αισθανόμουν οπωσδήποτε κάποια χαρά και υπερηφάνεια και ταυτόχρονα μια συστολή, όταν βρισκόμουν μπροστά σε κάποιο έργο μου σε δημόσιο χώρο.
Σήμερα πια το μόνο που νιώθω όταν τοποθετώ ένα δημόσιο έργο μου είναι ένα αίσθημα ολοκλήρωσης, λέω πάει κι αυτό πήγε στη θέση του. Πως να σας το πω, βλέπω τον εαυτό μου σαν το παιδί που κάθεται δίπλα στο ρυάκι και ρίχνει χάρτινα καραβάκια το ένα μετά το άλλο στο νερό, γιατί στο τέλος εξ ίσου σπουδαία με αυτό το πράγμα και εξ ίσου ασήμαντη θεωρώ και την υπόθεση της Τέχνης. Ό,τι ακριβώς ισχύει και για τη Ζωή την ίδια, που είναι στην ουσία το παν και τίποτα.
Στην αρχαία Ελλάδα, η Γλυπτική ήταν μια πολύ διαδεδομένη τέχνη και τα πολυπληθή σωζόμενα αγάλματα από διάφορες περιόδους δείχνουν το υψηλό επίπεδο τεχνικής που κατείχαν οι γλύπτες, αλλά και χαρακτηρίζουν έναν ολόκληρο Πολιτισμό στα βάθη των αιώνων. Κατά πόσο η νεότερη ιστορία της Τέχνης στη χώρα μας έχει δεχθεί επιρροές από αρχαίους γλύπτες;
Κοιτάξτε, θα πρέπει πρωτίστως να διευκρινίσουμε, πως στη γλυπτική των αρχαίων Ελλήνων δεν είναι μόνον η υψηλή τεχνική που διέπει τα πράγματα, αλλά και η μεγάλη επιστημονική γνώση και το εδραίο φιλοσοφικό υπόβαθρο. Τώρα ως προς την επιρροή την οποία υφιστάμεθα εμείς οι σύγχρονοι από τους αρχαίους γλύπτες, έχω να πω ότι είναι καταλυτική και κεφαλαιωδών διαστάσεων, τουλάχιστον εις ό,τι αφορά στους συνειδητούς γλύπτες, τους κατ’ επίγνωσιν Έλληνες γλύπτες.
Ποια είναι η γνώμη σας για τις σύγχρονες τάσεις στην Γλυπτική Τέχνη;
Σε πολύ μεγάλο βαθμό δεν είναι γλυπτική. Όλο αυτό δηλαδή που μας παρουσιάζεται σήμερα ως μοντέρνα και πρωτοπόρα γλυπτική, εν ονόματι του κατ’ επιταγήν εκσυγχρονισμού και μοντερνισμού, δεν είναι καν γλυπτική και τούτο όχι επειδή το λέω εγώ, αλλά επειδή αυτά τα είδη των εργασιών δεν εικονίζουν, δεν κάνουν δηλαδή εικασμό. Πώς λοιπόν θα μπορούσε κάποιος να τα συμπεριλάβει στην εικαστική Τέχνη και εν προκειμένω στην γλυπτική;
Τι θα πρέπει να ξέρει ένα νέο παιδί που θέλει να ασχοληθεί με την Γλυπτική;
Ένα νέο παιδί θα πρέπει να γνωρίζει εξ αρχής τι θέλει και να διαπνέεται από την αγάπη του για την γλυπτική και ν’ αναζητά ως υψίστη διασκέδαση την βάσανο του εργαστηρίου και όχι να θέλει μιμητικά ν’ ακολουθήσει το δρόμο αυτό, όπως εξ άλλου συμβαίνει με την πλειονότητα των περιπτώσεων στους καιρούς μας, όπου βλέπεις ανθρώπους να παριστάνουν τους γλύπτες απλώς και μόνον επειδή ζηλεύουν τα πάρεργα του επαγγέλματος τούτου, την αίγλη δηλαδή και το κύρος και την αναγνώριση που απορρέουν απ’ αυτό.
Σήμερα πια έχει γεμίσει ο τόπος από ανθρώπους που δηλώνουν γλύπτες, τη στιγμή που τα έργα τους μόνο γέλωτα ή θλίψη μπορούν να προκαλέσουν και των οποίων η ηλιθιότητα της επιμονής τους στην όλη υπόθεση εγγίζει τα όρια της αναισθησίας.
Πώς περνάτε τον ελεύθερο χρόνο σας; Υπάρχουν κάποιες δραστηριότητες με τις οποίες θα θέλατε να ασχοληθείτε;
Τον ελεύθερο χρόνο μου τον περνώ γράφοντας λίγο και διαβάζοντας πιο πολύ αλλά και κάνοντας μικρογλυπτική, γίνομαι όμως κατά καιρούς από περιέργεια και για λόγους αναψυχής μαρμαρογλύπτης και σιδηρουργός και ξυλουργός.
Πως δραστηριοποιηθήκατε κατά τη διάρκεια της καραντίνας και τι σχεδιάζετε για το μέλλον;
Δεν άλλαξε κάτι στη ζωή μου, δόξα τω Θεώ και πριν απ’ την καραντίνα όλη τη μέρα μου την περνούσα στο εργαστήριό μου και τώρα το ίδιο κάνω.
Συνέντευξη: Νάντια Μπούτα
«Agrinio365» Media Group (AgrinioTimes.gr και Antenna-Star.gr)